2012

Η συκοφαντία είναι δυστυχώς ένα από τα χειρότερα κακά του κόσμου..από ζηλοφθονία και μίσος κυρίως αναπτύσσεται και χύνεται ωσάν δηλητήριο σε ψυχές συνανθρώπων μας με αποτέλεσμα να τον μειώσουν να τον ταπεινώσουν..όλοι οι άγιοι πέρασαν από ζηλοφθονίες αλλά τις ξεπέρασαν με υπομονή εγκαρτέρηση και πίστη στο θεό..να δούμε τι πέρασε ένας άγιος του αιώνα μας ο Άγιος Νεκτάριος..

Κάποτε ένας Άγιος Γέροντας συκοφαντήθηκε άδικα και απειλήθηκε από ένα εισαγγελέα με χυδαίο και βάναυσο τρόπο... Ο κόσμος, της εποχής εκείνης τον γιουχάριζε, τον κορόιδευε, τον ειρωνευόταν, τον κατηγορούσε. Ο κόσμος και οι άρχοντές του, ταπείνωσαν τον Άγιο εκείνο Γέροντα, όμως ο Θεός τον δόξασε και θα τον δοξάζει εις πάντας τους αιώνες. Στο παρακάτω συγκλονιστικό κείμενο θα διαβάσετε τι έκανε και τι έπαθε ο εισαγγελέας που κατηγόρησε άδικα τον Άγιο Νεκτάριο. Βρωμερές συκοφαντίες Πολλά όμως διασπείρονταν από τους κακούς ανθρώπους στην Αθήνα περί του Πενταπόλεως και της ανεγέρσεως της Μονής. Πολύ τον κατέτρεξε και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Μελέτιος Μεταξάκης. Αυτός διετέλεσε και Οικουμενικός Πατριάρχης και Πατριάρχης Αλεξανδρείας. Αυτός ο δυστυχής ήταν μασώνος μοντέρνος, νεωτεριστής και έκανε πολύ κακό στην Εκκλησία.Αλλά και ποία διαφορά στο τέλος των δύο Ιεραρχών. Ο Μεταξάκης, που έκανε τόσα εις βάρος της Ορθοδοξίας, είχε οικτρό τέλος. Τον βρήκαν ένα πρωί κάτω από το κρεβάτι του νεκρό και με την γλώσσα του έξω. Αυτήν ακριβώς την γλώσσα, που έλεγε αυτά στον Άγιο και τόσα εις βάρος της Ι. Παραδόσεως και της Ορθοδόξου Εκκλησίας! Εξ αντιθέτου, ο Πενταπόλεως, που έμεινε πιστός εις την Ι. Παράδοση και υπέμεινε τους πειρασμούς και διώξεις, είχε άγιο τέλος και σήμερον τιμάται, όχι μόνο από το Πανελλήνιο, αλλά και από όλη την Υδρόγειο. Είναι αληθές, ότι ο Θεός παρεχώρησε να περάσει και εκεί πολλές θλίψεις και πίκρες.παρ’ όλη την εκεί εργασία του, πολλοί κακοί, άνθρωποι, όργανα του διαβόλου έλεγαν, ότι ο Άγιος είναι υποκριτής και, ότι όλα αυτά που κάνει, είναι υποκριτικά. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να τον κατηγορούν για ανηθικότητες και, ότι το Μοναστήρι το κατάντησε άντρο ακολασίας! Διέδιδαν, ότι οι Μοναχές γεννούσαν νόθα παιδιά και τα πετούσε στο πηγάδι. Κάποια μητέρα, μάλιστα, που την έλεγαν στην Αίγινα Κερού είχε μια κόρη 16 ετών χαριτωμένη, συνετή, φρόνιμη και θεοφοβούμενη. Η μητέρα αυτή είχε μανία καταδιώξεως προς την κόρη της και πολλές φορές επιχείρησε να την σκοτώσει. Το δυστυχισμένο αυτό πλάσμα βρήκε καταφύγιο στο Μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου. Ο Άγιος, πονόψυχος καθώς ήταν, το δέχτηκε και το προστάτεψε. Η Κερού δεν μπορούσε να το χωνέψει και άρχισε να συκοφάντη τον Άγιο. Ο Εισαγγελεύς πήρε την κατάθεση και την επομένη πήγε αγριεμένος στην Αίγινα με δυο χωροφύλακες. Παραβίασε την πόρτα, παρά τους κανονισμούς του Μοναστηριού, και μπήκε κατ’ ευθεία στο διαμέρισμα του Αγίου. Οι Μοναχές αναστατώθηκαν και άρχισαν να κλαίνε. Ο Δεσπότης σηκώθηκε με το συνηθισμένο Χριστιανικό του χαμόγελο να τους υποδεχτεί. Ο Ανακριτής έξω φρενών, είπε εις τον εβδομηκονταετή τότε γέροντα: —Βρε παλιοκαλόγερε!... που είναι τα παιδιά που κάνεις; (Επακολούθησε αισχρότατη φράση). Αυτά κάνεις εδώ πέρα; Κατόπιν τον έπιασε από το ράσο και τον απειλούσε, λέγοντας: Θα σου ξεριζώσω τα γένια τρίχα, τρίχα. Ο Άγιος δεν έβγαλε λέξη. Μόνον με το χέρι του έδειχνε ψηλά και έλεγε:
 —Βλέπει ο Θεός. Ξέρει ο Θεός!! Και πράγματι! «ἔστι δίκης ὀφθαλμός, Ὅς τά πάνθ’ ὁρᾶ». Ο ασεβέστατος Εισαγγελεύς σε μια εβδομάδα αρρώστησε βαριά. Είχε τρομερούς πόνους από την αρρώστια του. Το χέρι εκείνο, που έπιασε και κουνούσε τον Άγιο, ξεράθηκε. Τότε το συναισθάνθηκε και ζήτησε να τον πάνε μπροστά στον Άγιο, για να τον συγχωρέσει. Πράγματι τον πήγαν. Έπεσε στα πόδια του Αγίου, μαζί με την γυναίκα του και ζητούσε να τον λυπηθεί. Ο Άγιος προσευχήθηκε στο Θεό πολύ. Ήταν ο μακάριος ανεξίκακος και μακρόθυμος. Τον συγχώρησε με την καρδιά του. Τού Εισαγγελέως έπειτα από δύο χρόνια του κόψανε το χέρι. Εκείνο το χέρι που κουνούσε, από το γιακά του ράσου, τον Άγιο. Το Μοναστήρι του όμως, παρ’ όλα αυτά, πρόκοψε. Εν τω μεταξύ η Αδελφότης μεγάλωσε, γιατί προσετέθησαν και άλλες Αδελφές και μάλιστα μορφωμένες. Έγινε ένα πνευματικόν κέντρο, που ξεκούραζε ψυχικά και φώτιζε τους ανθρώπους


Σκοπός της ζωής μας είναι να γίνουμε τέλειοι και άγιοι. Να αναδειχθούμε παιδιά του Θεού και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών. Άς προσέξουμε μήπως, για χάρη της παρούσας ζωής, στερηθούμε τη μέλλουσα, μήπως, από τις βιοτικές φροντίδες και μέριμνες, αμελήσουμε το σκοπό της ζωής μας. Η νηστεία, η αγρυπνία και η προσευχή από μόνες τους δεν φέρνουν τους επιθυμητούς καρπούς, γιατί αυτές δεν είναι ο σκοπός της ζωής μας, αποτελούν τα μέσα για να πετύχουμε το σκοπό.
Στολίστε τις λαμπάδες σας με αρετές. Αγωνιστείτε ν’ αποβάλετε τα πάθη της ψυχής. Καθαρίστε την καρδιά σας από κάθε ρύπο και διατηρήστε την αγνή, για να έρθει και να κατοικήσει μέσα σας ο Κύριος, για να σας πλημμυρίσει το Άγιο Πνεύμα με τις θείες δωρεές. Παιδιά μου αγαπητά, όλη σας η ασχολία και η φροντίδα σ’ αυτά να είναι. Αυτά ν’ αποτελούν σκοπό και πόθο σας ασταμάτητο. Γί’ αυτά να προσεύχεστε στο Θεό. Να ζητάτε καθημερινά τον Κύριο, αλλά μέσα στην καρδιά σας και όχι έξω από αυτήν. Και όταν Τον βρείτε, σταθείτε με φόβο και τρόμο, όπως τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, γιατί η καρδιά σας έγινε θρόνος του Θεού. Αλλά για να βρείτε τον Κύριο, ταπεινωθείτε μέχρι το χώμα, γιατί ο Κύριος βδελύσσεται τους υπερήφανους, ενώ αγαπάει και επισκέπτεται τους ταπεινούς στην καρδιά. Άν αγωνίζεσαι τον αγώνα τον καλό, ο Θεός θα σε ενισχύσει. Στον αγώνα εντοπίζουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις και τα ελαττώματά μας. Είναι ο καθρέφτης της πνευματικής μας καταστάσεως. Όποιος δεν αγωνίστηκε, δεν γνώρισε τον εαυτό του. Προσέχετε και τα μικρά ακόμα παραπτώματα. Άν σας συμβεί από απροσεξία κάποια αμαρτία, μην απελπιστείτε, αλλά σηκωθείτε γρήγορα και προσπέστε στο Θεό, που έχει τη δύναμη να σας ανορθώσει. Μέσα μας έχουμε αδυναμίες και πάθη και ελαττώματα βαθιά ριζωμένα, πολλά είναι και κληρονομικά. Όλα αυτά δεν κόβονται με μία σπασμωδική κίνηση ούτε με την αδημονία και τη βαρειά θλίψη, αλλά με υπομονή και επιμονή, με καρτερία, με φροντίδα και προσοχή. Η υπερβολική λύπη κρύβει μέσα της υπερηφάνεια. Γι’ αυτό είναι βλαβερή και επικίνδυνη, και πολλές φορές παροξύνεται από το διάβολο, για ν’ ανακόψει την πορεία του αγωνιστή. Ο δρόμος που οδηγεί στην τελειότητα είναι μακρύς. Εύχεστε στο Θεό να σας δυναμώνει. Να αντιμετωπίζετε με υπομονή τις πτώσεις σας και, αφού γρήγορα σηκωθείτε, να τρέχετε και να μη στέκεστε, σαν τα παιδιά, στον τόπο που πέσατε, κλαίγοντας και θρηνώντας απαρηγόρητα. Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε, αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες. Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, και με την επιμέλεια νικιούνται. Τίποτα να μη σας απελπίζει

όλα στη ζωή πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε απλά..οχι επιπολαιότητες και αγχος.Το αγχος δεν ειναι τιποτε άλλο από το πως αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα.. Το ίδιο πραγμα αλλος μπορει να το βλέπει απλό και άλλος να το βλέπει βουνό.σε κάθε περίπτωση η μίμιση απο τους αγίους μας πρεπει να είναι επιβεβλημένη.Είδατε τι απλά ζούσαν..μπορεί να είχαν κακουχίες και δυσκολες συνθήκες ζωής αλλα αγχος δεν είχαν.Οι άνθρωποι όπως λέγει και ο γερων Παίσιος τα απλά πραγματακια τα κανουν σύνθετα και μπερδεμένα και άκρη δε βγάζουν,με αποτέλεσμα μικρό θέμα μεγάλος καυγάς..

Τέλεια βαθειά φιλοσοφημένη είναι η θρησκεία μας. Το απλό είναι και το πιο πολύτιμο. Έτσι να αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Η ψυχή αγιάζεται και καθαίρεται με τη μελέτη των λόγων των πατέρων, με την αποστήθιση ψαλμών, αγιογραφικών χωρίων, με την ψαλτική, με την ευχή. Δοθείτε λοιπόν σε αυτά τα πνευματικά και αφήστε όλα τα άλλα
Στη λατρεία του Θεού μπορούμε να φθάσουμε εύκολα αναίμακτα. Είναι δύο δρόμοι που μας οδηγούν στο Θεό, ο σκληρός και ο κουραστικός με τις άγριες επιθέσεις κατά του κακού και ο εύκολος με την αγάπη. Υπάρχουν πολλοί που διάλεξαν το σκληρό δρόμο και <<έχυσαν αίμα για να λάβουν Πνεύμα.>> ,ώσπου έφθασαν σε μεγάλη αρετή. Εγώ βρίσκω ότι ο πιο σύντομος δρόμος είναι αυτός με την αγάπη. Αυτόν να ακολουθείτε και εσείς. Μπορείτε, δηλαδή, να κάνετε άλλη προσπάθεια. Να μελετάτε να προσεύχεσθε και να έχετε ως στόχο να προχωρήσετε στην αγάπη του Θεού και της Εκκλησίας. Μην πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι από το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα για να έλθει το φως και το σκοτάδι θα φύγει. Το ίδιο ισχύει και για τα πάθη και τις αδυναμίες. Να μην τα πολεμάτε αλλά να τα μεταμορφώνετε σε δυνάμεις περιφρονώντας το κακό. Να καταγίνεσθε με τα τροπάρια ,τους κανόνες, τη λατρεία του Θεού, το θείο έρωτα. Όλα τα άγια βιβλία της Εκκλησίας μας ,η Παρακλητική, το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι, τα Μηναία, περιέχουν λόγια άγια, ερωτικά προς τον Χριστό μας. Όταν δοθείτε σε αυτήν την προσπάθεια με λαχτάρα η ψυχή σας θα αγιάζεται με τρόπο απαλό, μυστικό, χωρίς να το καταλαβαίνετε. Οι βίοι των αγίων και πιο πολύ ο βίος του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου, μου έκαναν εντύπωση. Οι άγιοι είναι φίλοι του Θεού. Όλη την ημέρα μπορείτε να εντρυφάτε και να απολαμβάνετε τα κατορθώματα τους και να μιμείστε των βίο τους. Οι άγιοι είχαν δοθεί εξ ολοκλήρου στον Χριστό. Με αυτήν την μελέτη σιγά-σιγά θα αποκτήσετε την πραότητα, την ταπείνωση, την αγάπη και η ψυχή σας θα αγαθύνεται. Να μην διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για την διόρθωση σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω και εγώ μια μικρή πείρα σε αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε, και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας. Αυτό είναι το άγιο και το ωραίο που ευφραίνει και απαλλάσσει την ψυχή από κάθε τι κακό, η προσπάθεια να ενωθεί κανείς με τον Χριστό. Να αγαπήσει τον Χριστό ,να λαχταρήσει τον Χριστό, να ζει εν τω Χριστώ, σαν το Απόστολο Παύλο που έλεγε <<ζω δε ουκέτι ε γω, ζη δε εν εμοί Χριστός>>. Αυτό να είναι ο στόχος σας. Οι άλλες προσπάθειες να είναι μυστικές ,κρυμμένες. Εκείνο που θα πρέπει να κυριαρχεί είναι η αγάπη στον Χριστό. Αυτό να υπάρχει μες στο μυαλό ,στη σκέψη, στη φαντασία, στη καρδιά, στη βούληση. Αυτή η προσπάθεια να είναι και πιο έντονή ,πως θα συναντήσετε τον Χριστό, πως θα ενωθείτε μαζί Του, πως θα τον ενστερνισθείτε μέσα σας. Τια αδυναμίες αφήστέ τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στην στεναχώρια. Να μην κάνετε καμία προσπάθεια να απαλλαγείτε από αυτές. Να αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε <<Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή να αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.τ.λ>>. Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι να πλήττεις για να γίνεις καλός. Έτσι θα αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε <<Θεέ μου απάλλαξε με από αυτό>> π.χ το θυμό την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε η να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος, κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμα περισσότερο. Ρίξου με ορμή για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πως θα σε αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις τίποτα να κάνεις. Μην πολεμάτε απευθείας τον πειρασμό να φύγει, μη λέτε <<Πάρ τόν Θεέ μου>> Τότε του δίνεται σημασία και ο πειρασμός σφίγγει. Γιατί παρόλο που λέτε <<παρ τόν Θεέ μου>> βασικά τον θυμάστε και υποθάλπετε περισσότερο. Η διάθεση για απαλλαγή βέβαια θα υπάρχει αλλά θα είναι παρά πολύ μυστική και λεπτή χωρίς να φαίνεται. Θα γίνεται μυστικά. Θυμηθείτε εκείνο που λέγει η Αγία Γραφή <<μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου>>. Όλη η δύναμη σας να στρέφεται στην αγάπη του Θεού, στην λατρεία Του, στην προσκόλληση σε Αυτόν. Έτσι η απαλλαγή από το κακό και τις αδυναμίες θα γίνεται μυστικά χωρίς να παίρνετε είδηση χωρίς κόπο. Αυτήν την προσπάθεια κάνω και εγώ. Βρήκα ότι είναι ο καλύτερος τρόπος αγιασμού, αναίμακτος. Καλύτερα δηλ, να ρίχνομαι στην αγάπη, μελετώντας τους κανόνες, τα τροπάρια, τους ψαλμούς. Αυτή η μελέτη και εντρύφηση χωρίς να καταλάβω πηγαίνει το νου μου προς το Χριστό και γλυκαίνει την καρδιά μου. Συγχρόνως εύχομαι ανοίγοντας τα χέρια με λαχτάρα με αγάπη με χαρά και ο Κύριος με ανεβάζει στην αγάπη Του. Αυτός είναι ο σκοπός μας να φθάσομε εκεί. Τι λέτε αυτός ο δρόμος δεν είναι αναίμακτος;. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι τρόποι όπως για παράδειγμα να θυμάστε την κόλαση τον διάβολο και τον θάνατο. Έτσι από φόβο και υπολογισμό αποφεύγεις το κακό. Εγώ ελάχιστος δεν εφάρμοσα στη ζωή μου αυτούς τους τρόπους που κουράζουν, γενούν αντίδραση και πολλές φορές αντίθετο αποτέλεσμα. Η ψυχή και όταν μάλιστα είναι ευαίσθητη, ευφραίνεται στην αγάπη και ενθουσιάζεται, ενδυναμώνεται και μετασχηματίζει και μεταποιεί και μεταστοιχειώνει όλα τα αρνητικά και τα άσχημα. Για αυτό εγώ προτιμώ τον εύκολο δρόμο δηλ, αυτό τον τρόπο που τον πετυχαίνομε με τη μελέτη των κανόνων των Αγίων. Στους κανόνες θα βρούμε τρόπους που μεταχειρίσθηκαν οι Άγιοι, οι όσιοι, οι ασκητές, και οι μάρτυρες. Καλό είναι να κάνουμε αυτήν την <<κλοπή>>. Να κάνουμε και εμείς ότι έκαναν εκείνη. Αυτοί ρίχθηκαν στην αγάπη του Χριστού. Έδωσαν όλη την καρδιά τους. Να κλέψουμε τον τρόπο τους. ΠΗΓΗ : ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ

Μαρία       Νίκο μαγαπάς;
Νίκος          Αφού το ξέρεις δεν μπορώ ούτε λεπτο χωρίς εσένα
Μαρία      Νίκο αισθάνομαι λίγο κουρασμένη θα ήθελα μια βόλτα
Νίκος      'Οτι θέλεις σου χαλάω χατίρι εγώ φύγαμε
Μαρία      Νίκο τι δωράκι θα μου πάρεις γιορτάζω σήμερα το ξέρεις
Νίκος      Το ξέρω και θα πάρω ότι καλύτερο και ακριβότερο δώρο θα σου αρέσει
Μαρία Είσαι καταπληκτικός δεν μου λείπει τίποτε σαγαπάω πολύ
Νικος    Και εγώ..
.........................................................
Μαρία         Νίκο αρρώστησα ..έχω νεφρική ανεπάρκεια χρειάζομαι νεφρό θα μου δώσεις;;..
Νίκος Τί πώς πώς τόπαθες αυτό Μ..μμ..μ
Μαρία θα μου δώσεις; είπες μαγαπάς...
Nίκος Μ..μμ..
Μαρία   Νίκο   μαγαπάς...
Nίκος ............................
Μαρία μαγαπάς; μαγαπάς; μαγαπάς; μαγαπάς; μαγαπάς;........
Nίκος ...........................

οι περισσότεροι ανθρωποι έτσι αγαπάνε ο Ιησούς όμως.....
O Iησούς έδωσε όχι το νεφρό του αλλά και τη ζωή του για σένα..εσύ τον αγαπάς;
                                                                                                     eiskapernaoum

Ένας λογικός και σόφρων άνθρωπος θα πρέπει να επισκέπτεται συχνά πυκνά τα κοιμητήρια.Όχι ευκαιριακά όταν πηγαίνει υποχρεωτικά γιατί υπάρχει κηδεία,αλλά σε ανύποπτο χρόνο, να καθήσει σε ένα μνήμα και να περισυλλογιστεί..Αυτή την σκέψη την είχα πει κάποτε σε ένα φίλο μου και μου είπε ότι είμαι τρελλός..πολλοί αποφεύγουν λοιπόν και να περνάνε απέξω λες και οι νεκροί δεν είναι αδέλφια μας ή σε τελική ανάλυση μήπως και εμείς εκει δε θα καταλήξουμε...οι αγιορείτες μοναχοί την επίσκεψη σε κοιμητήρια την είχαν διακόνημα και ευλογία από τον γεροντά τους πήγαιναν συνέχεια εκεί και φεύγοντας απο εκεί βεβαίως έφευγαν πιο σοφότεροι...

Ο κλήρος όλων των ανθρώπων της γης, κλήρος αναπόφευκτος, είναι ο θάνατος. Τον φοβόμαστε ως τον πιο άσπονδο εχθρό μας. Τα θύματά του τα κλαίμε πικρά. Ωστόσο ζούμε σαν να μην υπήρχε θάνατος, ζούμε σαν να είμαστε αιώνιοι πάνω στη γη.
Τάφε μου! Γιατί σε ξεχνώ; Εσύ με περιμένεις. Περιμένεις να γίνω ο κάτοικος σου. Και θα γίνω. Γιατί, λοιπόν, σε ξεχνώ και ζω σαν να περιμένεις κάθε άλλον άνθρωπο εκτός από μένα; Η αμαρτία μου στέρησε και μου στερεί τη γνώση και την αίσθηση κάθε αλήθειας. Μου κλέβει, μου αρπάζει από τον νου τη μνήμη του θανάτου, του τελευταίου και συνάμα του πιο σημαντικού και του πιο βέβαιου γεγονότος της ζωής του ανθρώπου. Για να θυμόμαστε τον θάνατο, πρέπει να ζούμε σύμφωνα με τις εντολές του Χριστού. Με τις εντολές του Χριστού ο νους και η καρδιά καθαρίζονται, νεκρώνονται για τον κόσμο και αναζωογονούνται για τον Κύριο. Ο νους, όσο απαλλάσσεται από τους κακούς η και απλώς μάταιους λογισμούς, τόσο συλλογίζεται τον θάνατο. Η καρδιά, όσο απαλλάσσεται από τα πάθη, τόσο τον προαισθάνεται. Και ο νους και η καρδιά, όσο απομακρύνονται από τον αμαρτωλό κόσμο, τόσο στρέφονται προς την αιωνιότητα όσο αγαπούν τον Χριστό, τόσο ποθούν να βρεθούν κοντά Του, μολονότι, έχοντας συναίσθηση του μεγαλείου του Θεού και της δικής τους αμαρτωλότητας, αναλογίζονται με τρόμο την ώρα του θανάτου. Φοβερός παρουσιάζεται μπροστά τους ο θάνατος μαζί με τον αγώνα του. Τον ποθούν, ωστόσο, για να λυτρωθούν από την επίγεια αιχμαλωσία. Αν εμείς δεν μπορούμε να ποθούμε τον θάνατο λόγω της ψυχρότητας μας απέναντι στον Χριστό και της αγάπης μας προς τα φθαρτά, ας χρησιμοποιήσουμε τουλάχιστο τη μνήμη του θανάτου σαν ένα πικρό φάρμακο ενάντια στην αμαρτωλότητα μας. Γιατί η ψυχή, όταν οικειωθεί τη μνήμη του θανάτου, διαλύει τη φιλία της με την αμαρτία και απομακρύνεται απ’ όλες τις αμαρτωλές απολαύσεις. «Μόνο αυτός που γνώρισε τι σημαίνει μνήμη θανάτου», είπε κάποιος από τους οσίους πατέρες, «δεν θα μπορέσει ποτέ πια ν’ αμαρτήσει». «Να θυμάσαι πάντα τα τέλη της ζωής σου», λέει και η Γραφή, «και δεν θα αμαρτήσεις ποτέ». Να σηκώνεσαι από το κρεβάτι σου σαν αναστημένος από τους νεκρούς. Να ξαπλώνεις στο κρεβάτι σου σαν νεκρός που τοποθετείται στον τάφο. Ο ύπνος είναι συμβολισμός του θανάτου. Και το σκοτάδι της νύχτας είναι προάγγελος του σκοταδιού του τάφου, που θα το διαλύσει το φως της αναστάσεως, φως χαρμόσυνο για τους φίλους του Χριστού και φοβερό για τους εχθρούς Του. Ένα πυκνό σύννεφο, μολονότι δεν είναι παρά μια λεπτή μάζα υδρατμών, κρύβει από τα μάτια του σώματός μας το φως του ήλιου. Έτσι και το πυκνό σύννεφο των σαρκικών απολαύσεων, του περισπασμού και των βιοτικών μεριμνών κρύβει από τα μάτια της ψυχής μας τη μεγαλειώδη αιωνιότητα. Για τα τυφλωμένα μάτια δεν υπάρχει ο λαμπερός ήλιος στον καθαρό ουρανό. Για την καρδιά που έχει τυφλωθεί από την εμπάθεια, από την προσκόλληση στον πλούτο και τη δόξα και τις ηδονές της γης, δεν υπάρχει αιωνιότητα. «Κακός είναι ο θάνατος των αμαρτωλών» και τους επισκέπτεται τη στιγμή που δεν τον περιμένουν, βρίσκοντας τους εντελώς απροετοίμαστους για την αιωνιότητα. Τους αρπάζει, λοιπόν, από τη γη, όπου άλλο τίποτα δεν έκαναν παρά να παροργίζουν τον Θεό, και τους ρίχνει για πάντα στη φυλακή του άδη. Θέλεις να θυμάσαι τον θάνατο; Να είσαι αυστηρά μετρημένος στη διατροφή σου, στην ένδυση σου, στη χρήση υλικών αντικειμένων γενικά. Να προσέχεις μήπως τα είδη πρώτης ανάγκης φτάσουν να γίνουν είδη πολυτελείας. Να μελετάς με πνεύμα μαθητείας τον νόμο του Θεού μέρα και νύχτα η όσο μπορείς συχνότερα. Έτσι θα κρατήσεις τη μνήμη του θανάτου. Και θα την κρατήσεις σταθερά, μόνιμα, ακλόνητα, αν την ενώσεις με τη βαθιά μετάνοια για τις αμαρτίες σου, με την ειλικρινή διάθεσή σου για διόρθωση, με τα ποτάμια των κατανυκτικών δακρύων, με εγκάρδιες και πολλές προσευχές. Ποιος από τους ανθρώπους έμεινε για πάντα σωματικά ζωντανός στη γη; Κανένας. Θ’ ακολουθήσω, λοιπόν, κι εγώ τ’ αχνάρια των γονιών μου, των παππούδων μου, των αδελφών μου και όλων των συνανθρώπων μου. Το σώμα μου θα κλειστεί στον σκοτεινό τάφο. Η κατάσταση της ψυχής μου θα είναι μυστήριο αξεδιάλυτο για όσους θα βρίσκονται ακόμα στη γη. Θα κλάψουν για μένα οι συγγενείς και οι φίλοι μου. Ίσως να κλάψουν πολύ πικρά. Σύντομα, όμως, θα με λησμονήσουν. Έτσι θρηνήθηκαν και έτσι λησμονήθηκαν αναρίθμητοι άνθρωποι πριν από μένα. Τώρα δεν τους θυμάται παρά μόνο ο υπερτέλειος Θεός. Αμέσως μετά τη γέννησή μου, η μάλλον αμέσως μετά τη σύλληψή μου, ο θάνατος έβαλε πάνω μου τη σφραγίδα του. «Είναι δικός μου κι αυτός», είπε, ετοιμάζοντας χωρίς χρονοτριβή το δρεπάνι του. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να γίνω θύμα του! Ίσως να μου κατάφερε ήδη -και πράγματι μου κατάφερε- πολλά άστοχα χτυπήματα. Αναπόφευκτα, όμως, θα έρθει και το εύστοχο, το καίριο και τελευταίο χτύπημα. Με παγερό χαμόγελο και υπεροπτικό ύφος κοιτάζει ο θάνατος τα επίγεια έργα των ανθρώπων. Κοιτάζει τον αρχιτέκτονα να σχεδιάζει ένα κολοσσιαίο κτίριο, κοιτάζει τον ζωγράφο να φιλοτεχνεί έναν υπέροχο πίνακα, κοιτάζει τον μεγαλοφυή στοχαστή να καταγράφει τις ιδέες του. Και ξαφνικά έρχεται απρόσκλητος, απρόσμενος αλλά και αδυσώπητος στους μεγάλους της γης, παίρνει τη ζωή τους και ακυρώνει τα φιλόδοξα σχέδιά τους. Μόνο μπροστά στον μαθητή του Χριστού στέκεται ευλαβικά ο σκληρός θάνατος. Νικημένος καθώς είναι από τον αναστημένο Θεάνθρωπο, σέβεται μόνο την «εν Χριστώ» ζωή. Συχνά ουράνιος αγγελιοφόρος πληροφορεί τους υπηρέτες της Αλήθειας για την επικείμενη μετοίκησή τους στην αιώνια μακαριότητα. Έτσι, προετοιμασμένοι για τον θάνατο με την πνευματική ζωή, παρηγορημένοι από τη μαρτυρία της συνειδήσεώς τους και από την ουράνια υπόσχεση, κοιμούνται τον αιώνιο ύπνο ήσυχα, με το χαμόγελο στα χείλη. Έχεις δει σώμα αγίου μετά την έξοδο της ψυχής του; Δεν αναδίδει δυσοσμία. Δεν εμπνέει φόβο. Όταν ενταφιάζεται, τη διάχυτη θλίψη των παρόντων ανθρώπων τη σκορπίζει και την εξαφανίζει μία ακατάληπτη χαρά. Το πρόσωπο, με τα χαρακτηριστικά του αναλλοίωτα, αναπαύεται μέσα σε μια βαθιά ειρήνη και συνάμα λάμπει από μιαν απερίγραπτη ευφροσύνη, την ευφροσύνη των τερπνών συναντήσεων και ασπασμών με τους αγίους και τους αγγέλους του Θεού, που έρχονται από τον ουρανό για να παραλάβουν την ψυχή. Έλα, λοιπόν, μνήμη του θανάτου μου! Έλα εσύ, η τόσο πικρή αλλά και τόσο ρεαλιστική και αναγκαία και ωφέλιμη μνήμη! Απομάκρυνε με από την αμαρτία! Βάλε με στον δρόμο του Χριστού! Παράλυσε τα μέλη μου για κάθε κούφια, κάθε μάταιη, κάθε αμαρτωλή ενέργεια. Έλα, μνήμη του θανάτου μου! Έλα, και θα διώξω μακριά μου την κενοδοξία και τη φιληδονία, που θέλουν να με αιχμαλωτίσουν. Έλα, και θα αποσύρω από το τραπέζι μου τα αχνιστά, πλούσια φαγητά. Έλα, και θα βγάλω τα φανταχτερά μου ρούχα, για να βάλω πένθιμα. Έλα, και θα κλάψω ζωντανός τον εαυτό μου, τον νεκρό από τη γέννησή του. «Έτσι!», μου αποκρίνεται η μνήμη του θανάτου. «Θρήνησε τον εαυτό σου όσο ακόμα είσαι ζωντανός! Εγώ ήρθα για να σε πικράνω ευεργετικά, φέρνοντας μαζί μου σκέψεις πολλές, σκέψεις ωφέλιμες για την ψυχή σου. Πούλησε όσα από τα υπάρχοντά σου δεν σου είναι απόλυτα αναγκαία και δώσε τα χρήματα στους φτωχούς, στέλνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο προκαταβολικά τους θησαυρούς σου στον ουρανό, όπως είπε ο Κύριος. Όταν πας κι εσύ εκεί, θα βρεις τους θησαυρούς σου αυξημένους εκατό φορές. Κλάψε πικρά και προσευχήσου θερμά για τον εαυτό σου. Ποιος θα σε μνημονεύει τόσο επίμονα και εγκάρδια μετά τον θάνατό σου όσο εσύ ο ίδιος πριν από τον θάνατό σου; Μην εμπιστεύεσαι τη σωτηρία της ψυχής σου σε άλλους, όταν μπορείς μόνος σου να επιτελέσεις αυτό το έργο, το πιο σημαντικό, το πιο επιτακτικό, αλλά και το πιο επείγον έργο της ζωής σου! Γιατί να τρέχεις πίσω από τη φθορά, όταν ο θάνατος οπωσδήποτε θα σου αφαιρέσει όλα τα φθαρτά; Ο θάνατος είναι εκτελεστής των εντολών του παναγίου Θεού. Μόλις ακούσει μιαν εντολή Του, σπεύδει να την εκτελέσει με ταχύτητα αστραπής. Δεν ντρέπεται ούτε τον πλούσιο ούτε τον άρχοντα ούτε τον ήρωα ούτε τον μεγαλοφυή. Δεν λυπάται ούτε τα νιάτα ούτε την ομορφιά ούτε την εγκόσμια ευτυχία. Μεταφέρει στην αιωνιότητα κάθε άνθρωπο τον φίλο του Θεού στην αιώνια μακαριότητα και τον εχθρό του Θεού στην αιώνια κόλαση». «Η μνήμη του θανάτου είναι δώρο του Θεού», είπαν οι πατέρες. Κι αυτό το δώρο δίνεται στους τηρητές των εντολών του Χριστού, για να τους τελειοποιήσει στον ιερό αγώνα της μετάνοιας και της σωτηρίας. Η ευεργετική και θεοδώρητη μνήμη του θανάτου προϋποθέτει πάντοτε την έντονη προσωπική προσπάθεια για την οικείωση αυτής της μνήμης. Μη σταματήσεις, λοιπόν, να ασκείς στον εαυτό σου όση βία χρειάζεται για να θυμάται -αδιάλειπτα, αν είναι δυνατόν- την ώρα του τέλους του. Ανάγκαζε τον, με συνεχείς υπομνήσεις, να συλλογίζεται την αναμφισβήτητη τούτη αλήθεια, ότι οπωσδήποτε κάποτε, άγνωστο πότε ακριβώς, θα πεθάνει. Έπειτα από ολιγόχρονη άσκηση βίας και χάρη στις υπομνήσεις σου, η μνήμη του θανάτου θ’ αρχίσει να έρχεται από μόνη της στον νου, να έρχεται όλο και πιο συχνά, να έρχεται δυνατή και συνταρακτική, χτυπώντας με το θανατηφόρο ξίφος της κάθε αμάρτημα πριν καλά-καλά γεννηθεί. Ξένος προς το πνευματικό αυτό δώρο είναι εκείνος που αγαπά την αμαρτία. Ο φίλος της αμαρτίας και λίγο πριν τοποθετηθεί στον τάφο αποζητάει τις σαρκικές απολαύσεις. Καταπρόσωπο βλέπει τον θάνατο, και δεν προβληματίζεται. Αντίθετα, ο μαθητής του Χριστού, ακόμα κι αν βρίσκεται σε μεγαλόπρεπα ανάκτορα, θυμάται τον τάφο, που τον προσμένει, και χύνει δάκρυα σωτήρια για την ψυχή του.

κοιτάξτε ανέκαθεν τα θαυμαστα αυτά σημεία του Ιησού φανερώνουν την θεοτητά Του..και σκεπτόμενος ο κάθε πιστός αναφωνεί..Μα πως Θεός Εσύ ήρθες κάτω στη γη και εξευτιλήστηκες μαστιγώθηκες σταυρώθηκες...τώρα όλοι οι άνθρωποι καταλαβαίνουν ότι ήρθε απο αγάπη..γιατί αυτό θα απαντούσε..τα σημεία αυτά πάλι από αγάπη τα δείχνει γιατί υπάρχει αμαρτία και τα οψώνια της αμαρτίας θανατος εστίν..ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΜΑΣ ΑΓΑΠΑ..
Πολλοί μιλάνε για θαύμα. Άλλοι πάλι, για θεϊκό μήνυμα. Σε καιρούς χαλεπούς, με την κρίση να μαστίζει τη χώρα μας, τη φτώχεια, τη δυστυχία και την κατάθλιψη να οδηγούν πολλούς συνανθρώπους μας στο αδιέξοδο, ακόμη και την αυτοκτονία, στις παρυφές του Υμηττού πάνω από του Παπάγου, ένα εκπληκτικό, ελπιδοφόρο όσο και ανεξήγητο φαινόμενο, λαμβάνει χώρα τις τελευταίες ημέρες. Στην ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, το ακάνθινο στεφάνι που το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, περιέβαλε τον εσταυρωμένο Ιησού, ανθίζει!!! Πάνω από δύο μήνες πέρασαν από την εβδομάδα των Παθών του Κυρίου και μικρά κόκκινα άνθη και πολλά φύλλα που όλο και πυκνώνουν, στολίζουν πλέον το ακάνθινο στεφάνι του Ιησού Χριστού!!! Πολλοί, μέσα στην καταχνιά των ημερών, βλέπουν στο φαινόμενο αυτό, ως μήνυμα ελπίδας και αισιοδοξίας. Η ηγουμένη της ιεράς μονής κ. Χριστονύμφη Σπυροπούλου, δεν ήθελε να μας δώσει κανένα επιπρόσθετο στοιχείο για το φαινόμενο, αλλά περιορίσθηκε να πει: «Προτιμούμε να μείνει στην αφάνεια. Παρακαλώ πολύ μην δημοσιεύσετε τίποτε. Δεν θέλουμε να δοθεί δημοσιότητα, αλλά να παραμείνει ως μαρτυρία δική μας, εντός της ιεράς μονής. Δεν επιθυμούμε η ιερά μονή να αποτελέσει αφορμή για οποιονδήποτε σχολιασμό». Η ηγουμένη, είχε δυσάρεστη εμπειρία πριν από χρόνια, όταν είχε σημειωθεί άλλο θαυματουργό φαινόμενο στο εκκλησάκι του Αγίου Νεκταρίου (ανήκει στην μονή και βρίσκεται δίπλα από τον Άγιο Ιωάννη Θεολόγο) και τότε, η επί μακρώ προσέλευση πιστών είχε αποτελέσει αντικείμενο μεμονωμένων κακόπιστων σχολιασμών, ότι –δήθεν- η ιερά μονή επωφελείτο οικονομικά από το γεγονός. Η μακραίωνη ιστορία της ιεράς μονής, η οποία έχει αποδείξει ότι παραμένει τόπος αυστηρά μοναστηριακός και μακριά από κοσμικές εκφάνσεις, έθεσε άμεσα στο περιθώριο τέτοιες μεμονωμένες συκοφαντίες. Η σεμνότητα και το χριστιανικό ήθος της ηγουμένης άλλωστε, το αποδεικνύουν. Το γεγονός όμως, με το κατάξερο ακάνθινο στεφάνι πάνω από τον εσταυρωμένο Ιησού, το οποίο ξαφνικά ανθίζει, δεν μπορεί να αποσιωπηθεί, διότι συγκλονίζει ως φαινόμενο από μόνο του. Το ίδιο αποκαλύπτει και ο ιερέας Ευάγγελος Πιτσουλάκης ο οποίος κάθε Κυριακή εκτελεί το Μυστήριο της Θείας Λειτουργίας στην ιερά μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου: «Το ακάνθινο στεφάνι ήταν επί τρεις μήνες κατάξερο, φρυγανιασμένο, έτοιμο να πέσει. Ήταν ένας νεκρός οργανισμός και όμως, εδώ και λίγες ημέρες βγάζει πολλά φυλλαράκια και κόκκινα μικρά άνθη. Συγκλονίστηκα όταν το είδα. Να πάνε να δουν όσοι δεν πιστεύουν στον Χριστό και στα θαύματα». Ρωτήσαμε τον ιερέα εάν στο συγκεκριμένο μοναστήρι, έχουν σημειωθεί και κατά το παρελθόν παρόμοια θαυματουργά φαινόμενα. Ο πατήρ Ευάγγελος δείχνει με θαυμασμό το ανθισμένο αγκάθινο στεφάνι Πατήρ Ευάγγελος: Γνωρίζω πολύ καλά ότι παλαιότερα, υπήρχε στην ιερά μονή μια μικρή εικόνα της Παναγίας που δάκρυζε κι έβγαζε μύρο. Την θυμάμαι την εικόνα αυτή. Μια καλόγρια που έφυγε από το μοναστήρι, πήρε μαζί της και την εικόνα. Υπάρχει επιστημονική εξήγηση του συγκεκριμένου φαινομένου; Μπορεί ένα ξερό κλαδί που δεν ποτίζεται ούτε βρέχεται, ένας νεκρός οργανισμός που παραμένει επί μήνες σε κλειστό χώρο, ξαφνικά να παίρνει ζωή; Ρωτήσαμε τον γεωπόνο κ. Σοφιανίδη, ο οποίος ήταν κατηγορηματικός: «Δεν υπάρχει περίπτωση ούτε είναι δυνατόν, ένα ξερό φυτό να ανθίσει από μόνο του». Σε στιγμές που ο τόπος διέρχεται τεράστια κρίση και η πίστη των χριστιανών δοκιμάζεται, φαινόμενα σαν αυτό που αντικρίζουν οι προσερχόμενοι στην ιερά μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου πιστοί, στις παρυφές του Υμηττού, αν μη τι άλλο προσφέρουν παρηγοριά, ελπίδα και αισιοδοξία ότι ο Χριστός είναι ζώσα πραγματικότητα. Βρίσκεται δίπλα μας και δείχνει την παρουσία Του. Ο πατήρ Ευάγγελος Πιτσουλάκης ομολογεί ότι και ο ίδιος αισθάνεται συγκλονισμένος για το φαινόμενο. Μιλάει για θαύμα και καλεί τους πιστούς να το δουν από κοντά. Χώρος ιερός απο αρχαιοτάτων χρόνων! Για την Ιερά Μονή τού Αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου, αξίζει να πούμε ότι βρίεσκεται κτισμένη στους Δυτικούς πρόποδες τού Υμηττού. Υπάγεται Εκκλησιαστικά στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών και Διοικητικά στα όρια τού Δήμου Παπάγου – Χολαργού. Κατά τον Καθηγητή Φιλοσοφίας τού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ι. Θεοδωρακόπουλο, προϋπήρχε στην θέση αυτή αρχαίος Ναός της Αρτέμιδος και αργότερα παλαιοχριστιανικός ναός της Παναγίας. Ο χώρος λοιπόν είναι ΙΕΡΟΣ απο αρχαιοτάτων χρόνων. Ο κυρίως Ναός, χρονολογείται στον 11ο – 12ο αιώνα , ο νάρθηκας τέλος 13ου αρχές 14ου, η Τράπεζα και το οψοφυλάκιο τον 16ο αιώνα.Η παράδοση λέει ότι όταν σπούδαζε ο Μέγας Βασίλειος στην Αθήνα, μελετούσε στο σημείο όπου βρίσκεται η ιερά Μονή. Το αρχαιότερο έγγραφο πού σώζεται και αφορά στην προσφορά τού φόρου από τον ηγούμενο της Ιεράς Μονής ( Πετράκης ) είναι του έτους 1702. Σε έγγραφο του έτους 1722, αναφέρεται η πώληση της περιοχής της Ιεράς Μονής στην Ιερά Μονή Πετράκη. Τον 18ο αι. κατέστη Μετόχιο της Μονής Ασωμάτων - Πετράκη. Το έτος 1942 εγκαταστάθηκε σε αυτή γυναικεία αδελφότης. Από το 1971 λειτουργεί ως Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή.

Δεν πρέπει να απογοητευθούμε για την σωτηρία μας,αδερφοί,εφόσον έχουμε μητέρα την μετάνοια.Δεν πρέπει να απελπισθούμε για την σωτηρία μας,αγαπητοί, εφόσον μας παρακαλεί μια τέτοια μητέρα.Αυτή τα θηριάλωτα για τον Θεό τα οδήγησε στον παράδεισο και θα αρνηθεί εμάς;
Σπλαχνίσθηκε εκείνους που ήταν έξω από την Εκκλησία και δε θα λυπηθεί εμάς; Παροτρύνει εκείνους που ακόμη δεν πίστευσαν ,και θα απορρίψει αυτούς που πίστευσαν πια; Κανείς δεν χάνει αυτό που έχει , ενώ δεν θέλει να λάβει αυτό που δεν έχει.Τότε πως ο Θεός και ο Πατέρας θα εγκαταλείψει εύκολα αυτούς που απέκτησε με με το αίμα του Υιού του; Κανείς δεν σκορπίζει εύκολα αυτό που μαζεύει με κόπο.Τότε πως ο Θεός θα απορρίψει εύκολα αυτούς από τα έθνη, που δέχθηκε με τον κόπο των Αποστόλων;Μήπως δηλαδή αποφάσισε ανώφελα τον ερχομό του Υιού του, ή περιφρόνησε την έκχυση του αίματος του,ή θέλει να διαγράψει την οικονομία του θανάτου του , ή θεώρησε ασήμαντη την δόξα της ανάστασης του, για να απαρνηθεί εύκολα εμάς που σωθήκαμε με αυτά τα μυστήρια; Αυτός ο ίδιος έστειλε το Άγιο Πνεύμα και αγίασε την Εκκλησία. Απέστειλε τους Αποστολους στα έθνη να κηρύξουντο Ευαγγέλιο.Αν δεν θέλει να σωθούμε εμείς, άσκοπα πρόσφερε τις τόσο μεγάλες δωρεές;Διότι ή δεν ήξερε την κατάσταση μας , ή περιγέλασε τα έθνη.Όμως και το ένα και το άλλο είναι άδικο,ακόμη και να το σκεφθεί κανείς. Διότι ούτε αγνόησε την κατάσταση μας , ούτε έκανε κάτι άχρηστο.Μας έχει μάλιστα ποίμνη του, και είναι ποιμένας μας και ΤΩΡΑ και στον ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ!

πολλά ωφέλιμα λόγια αποκομίζει κανείς από τις διδαχές του γέροντα..ο λόγος του απλός γεμάτος έξυπνο χιούμορ διδακτικός και συμπονετικός..Σημειώστε ότι όσο περνάει ο καιρός και ο άνθρωπος δεν έρχεται σε μετάνοια τέτοιους γέροντες θα ψάχνει σε άκρες της γης για να ακούσει κάτι και να αλαφρωθεί..το παρακάτω είναι απόσπασμα από το βιβλίο ''«Λόγοι του Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Δ'»

-Τι κάνει η μητέρα σου;
-Δεν είναι καλά, Γέροντα. Ανεβάζει κατά διαστήματα ψηλό πυρετό και τότε χάνεται. Το δέρμα της γεμίζει πληγές και τις νύχτες πονάει.
-Ξέρεις; Αυτοί είναι μάρτυρες αν δεν είναι ολόκληροι μάρτυρες, είναι μισοί.
-Και όλη η ζωή της, Γέροντα, ήταν μια ταλαιπωρία.
-Επομένως ο μισθός της θα είναι διπλός. Πόσα έχει να λάβει! Τον Παράδεισο τον έχει εξασφαλισμένο. Όταν ο Χριστός βλέπει ότι κάποιος αντέχει μια βαριά αρρώστια, του την δίνει, ώστε με την λίγη ταλαιπωρία στην επίγεια ζωή να ανταμειφθεί πολύ στην ουράνια, την αιώνια ζωή. Υποφέρει εδώ, αλλά θα ανταμειφθεί εκεί, στην άλλη ζωή, γιατί υπάρχει Παράδεισος, υπάρχει και ανταμοιβή. Σήμερα μου είπε μια νεφροπαθής που χρόνια τώρα κάνει αιμοκάθαρση: «Παππούλη, σταυρώστε, σας παρακαλώ, το χέρι μου. Οι φλέβες είναι όλο πληγές και δεν μπορώ να κάνω αιμοκάθαρση». «Αυτές οι πληγές, της είπα, στην άλλη ζωή θα είναι διαμάντια μεγαλύτερης αξίας από τα διαμάντια αυτού του κόσμου. Πόσα χρόνια κάνεις αιμοκάθαρση;» «Δώδεκα», μου λέει. «Δηλαδή δικαιούσαι ένα «εφάπαξ» και μία σύνταξη μειωμένη», της είπα. Μετά μου δείχνει μια πληγή στο άλλο χέρι και μου λέει: «Παππούλη, αυτή η πληγή δεν κλείνει φαίνεται το κόκαλο». «Ναι, αλλά από εκεί μέσα φαίνεται ο Ουρανός, της λέω. Άντε, καλή υπομονή. Εύχομαι ο Χριστός να σου αυξάνει την αγάπη Του, για να ξεχνιέται ο πόνος σου. Φυσικά υπάρχει και η άλλη ευχή, να εξαλειφθούν οι πόνοι, αλλά τότε εξαλείφεται και ο πολύ μισθός. Επομένως, η προηγούμενη ευχή είναι καλύτερη». Παρηγορήθηκε η καημένη. Όταν το σώμα δοκιμάζεται, τότε η ψυχή αγιάζεται. Με την αρρώστια πονάει το σώμα μας, το χωματόκτιστο αυτό σπίτι μας, αλλά έτσι θα αγάλλεται αιώνια ο νοικοκύρης του, η ψυχή μας, στο ουράνιο παλατάκι που μας ετοιμάζει ο Χριστός. Με αυτήν την πνευματική λογική, που είναι παράλογη για τους κοσμικούς, χαίρομαι και εγώ και καμαρώνω για τις σωματικές βλάβες που έχω. Το μόνο που δεν σκέφτομαι είναι ότι θα έχω ουράνια ανταμοιβή. Καταλαβαίνω ότι εξοφλώ την αχαριστία μου στον Θεό, αφού δεν έχω ανταποκριθεί στις μεγάλες Του δωρεές και ευεργεσίες. Γιατί στην ζωή μου όλα γλέντι είναι και η καλογερική και οι αρρώστιες που περνώ. Όλο φιλανθρωπίες μου κάνει ο Θεός και όλο οικονομίες. Ευχηθείτε όμως να μη με ξοφλάει με αυτά σ’ αυτήν την ζωή, γιατί τότε αλίμονό μου! Μεγάλη τιμή μου έκανε ο Χριστός να υπέφερα ακόμη περισσότερο την αγάπη Του, αρκεί να με ενίσχυε, ώστε να αντέχω, και μισθό δεν θέλω. Ο άνθρωπος, όταν είναι τελείως καλά στην υγεία του, δεν είναι καλά. Καλύτερα να έχει κάτι. Εγώ, όσο ωφελήθηκα από την αρρώστια, δεν ωφελήθηκα από όλη την άσκηση που είχα κάνει μέχρι τότε. Γι’ αυτό λέω, αν δεν έχει κανείς υποχρεώσεις, να προτιμά αρρώστιες παρά υγεία. Από την υγεία του είναι χρεώστης, ενώ από την αρρώστια, όταν την αντιμετωπίζει με υπομονή, έχει να λάβει. Όταν ήμουν στο Κοινόβιο, είχε έρθει μια φορά ένας άγιος Επίσκοπος, πολύ γέρος, ονόματι Ιερόθεος, που ασκήτευε στην Σκήτη της Αγίας Άννης. Την ώρα που έφευγε, όπως πήγε να ανέβει στο ζώο, τραβήχτηκε το παντελόνι του και φάνηκαν τα πρησμένα του πόδια. Οι Πατέρες που πήγαν να τον βοηθήσουν, τα είδαν και τρόμαξαν. Εκείνος το κατάλαβε και τους είπε: «Αυτά είναι τα καλύτερα δώρα που μου έδωσε ο Θεός. Τον παρακαλώ να μη μου τα πάρει»

όλοι μας πέφτουμε στη παγίδα της κατάκρισης..Ας προσπαθήσουμε αυτή τη ρημάδα τη γλώσσα να χαλιναγωγήσουμε..αυτόν που κατακρίνουμε δε μπορούμε να ξέρουμε τι κρύβει μέσα στη ψυχή που ενδεχομένως είπεή εκανε κάτι που εμάς δεν μας 'αρεσε..διάβασα τη παρακάτω ιστορία και τη βρήκα ωφέλιμη..

Κάποτε στό Άγιον Όρος ήταν ένας μοναχός πού διέμενε στίς Καρυές. Έπινε καθημερινά καί μεθούσε καί γινόταν αιτία νά σκανδαλίζονται οι προσκυνητές. Κάποια στιγμή πέθανε καί ανακουφισμένοι κάποιοι πιστοί πήγαν στόν γέροντα Παΐσιο νά τού πούν μέ ιδιαίτερη χαρά ότι επιτέλους λύθηκε αυτό τό τεράστιο πρόβλημα. Ο π. Παΐσιος τούς απάντησε ότι γνώριζε γιά τό θάνατο τού μοναχού, αφού είδε ολόκληρο τάγμα αγγέλων πού ήρθαν νά παραλάβουν τήν ψυχή του. Οι προσκυνητές απόρησαν καί διαμαρτυρήθηκαν καί κάποιοι προσπαθούσαν νά εξηγήσουν στόν γέροντα Παΐσιο γιά ποιόν ακριβώς μιλούσαν, νομίζοντας ότι δέν κατάλαβε ο γέροντας. Ο γέροντας Παΐσιος τούς διηγήθηκε: «Ο συγκεκριμένος μοναχός γεννήθηκε στή Μ. Ασία, λίγο πρίν τήν καταστροφή όταν οι Τούρκοι μάζευαν όλα τά αγόρια. Γιά νά μήν τό πάρουν από τούς γονείς του, αυτοί τό έπαιρναν μαζί τους στό θερισμό καί γιά νά μήν κλαίει, τού έβαζαν λίγο ρακί στό γάλα γιά νά κοιμάται. Ως εκ τούτου μεγαλώνοντας έγινε αλκοολικός. Κάποια στιγμή και μετά από αποτρεπτικές απαντήσεις από διάφορους γιατρούς να μην κάνει οικογένεια, ανέβηκε στο Όρος και έγινε μοναχός. Εκεί βρήκε γέροντα καί τού είπε ότι είναι αλκοολικός. Τού είπε ο γέροντας νά κάνει μετάνοιες καί προσευχές κάθε βράδυ καί νά παρακαλεί τήν Παναγία νά τόν βοηθήσει νά μειώσει κατά 1, τά ποτήρια πού έπινε. Μετά ένα χρόνο κατάφερε μέ αγώνα καί μετάνοια νά κάνει τά 20 ποτήρια πού έπινε, 19 ποτήρια. Ο αγώνας συνέχισε μέ τήν πάροδο τών χρόνων καί έφτασε τά 2-3 ποτήρια, μέ τά οποία όμως πάλι μεθούσε.» Ο κόσμος έβλεπε χρόνια ένα αλκοολικό μοναχό πού σκανδάλιζε τούς προσκυνητές, ο Θεός έβλεπε ένα αγωνιστή μαχητή πού μέ μεγάλο αγώνα αγωνίστηκε νά μειώσει τό πάθος του. Χωρίς νά ξέρουμε γιατί ο κάθε ένας προσπαθεί νά κάνει αυτό πού θέλει νά κάνει, μέ ποιό δικαίωμα νά κρίνουμε τήν προσπάθειά του;

Οι συνεχείς επεμβάσεις του αγίου Ταχιάρχη Αρχαγγέλου στην ζωή των ανθρώπων δεν εχει τέλος.Συμπονεί τους πάσχοντες και προστρέχει εις τους έχοντας πίστη αστραπιαίως. Χαίρε Ταξιάρχα βοήθησον τους ταλαίπωρους και απελπισμένους της γης..


Ήταν ένα γλυκό Αυγουστιάτικο βραδινό. Ο εσπερινός τελείωνε όταν μια παρέα προσκυνητές, έφτανε στο Ναό μας..
 —Πάτερ, την ευχή σας. Είναι ευλογημένο να διανυκτερεύσουμε εδώ απόψε και το πρωί να εκκλησιαστούμε και να κοινωνήσουμε; Ήταν μια νεαρή γυναίκα που ρωτούσε και που με κάποιον άλλον νεαρό, βοηθούσαν ένα παλληκάρι να στέκεται όρθιο και να βαδίζει.
 —Βεβαίως. Κανένα πρόβλημα. Έχουμε χώρο για όλους σας.
 —Ευχαριστούμε πολύ, να είστε καλά. Μήπως εδώ μένει ο Δεσπότης;
—Όχι, όμως αύριο το πρωί θα μας επισκεφθεί. 
—Αλήθεια; Ω Θεέ μου! Ανέλπιστη χαρά μας δίνετε, πάτερ μου
. —Μα τι συμβαίνει; Δεν καταλαβαίνω.
 —Πάτερ μου, ο Ταξιάρχης έκανε ένα μεγάλο θαύμα στον αδελφό μου, είναι αυτός εδώ, ο Διονύσης. Η νεαρή γυναίκα λέγοντας τις τελευταίες λέξεις στράφηκε προς το παληκάρι που κρατούσε αγκαζέ μαζί με τον άλλο νεαρό. Με ένα τρυφερό χαμόγελο τον οδήγησε μπροστά μου, με τη βοήθεια του άλλου νέου. Το παλληκάρι έκανε μια υπόκλιση, όσο του επέτρεπε η κατάσταση του και απλώνοντας το χέρι του πήρε το δικό μου και το ασπάστηκε με σεβασμό. —Πάτερ, είναι ο αδελφός μου ο Διονύσης, συνέχισε η νεαρή γυναίκα, ο Ταξιάρχης στην κυριολεξία τον έσωσε, σχεδόν τον ανέστησε από νεκρό. Κατά τη νοσηλεία του αδελφού μου στο Κρατικό Νοσοκομείο Νικαίας Αθηνών, πέρασαν απ’ αυτό και γνώρισαν τον αδελφό μου και είδαν την κρισιμότητα της κατάστασης του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης σας και ο πατήρ Χρήστος, ο συνεφημέριός σας, όταν και εκείνος είχε την περιπέτεια με την πρεσβυτέρα του στο ίδιο Νοσοκομείο. Βέβαια τότε ο αδελφός μου ήταν σε βαθύ κώμα και δεν τους γνώρισε• όμως εκείνοι προσευχήθηκαν για κείνον. Καταλαβαίνετε λοιπόν, τι ευλογία, είναι για μας, όταν στην πρώτη μας ευχαριστήριο επίσκεψη προς τον Ταξιάρχη, να παρευρίσκεται ο Σεβασμιώτατος και να συμπροσεύχεται και να συνδοξολογεί τον Αρχάγγελο μαζί μας, για τη θαυμαστή Του ενέργεια στον αδελφό μου. Μιλώντας, έρριξε μια ματιά στον Διονύση, που έδειχνε σημεία κόπωσης, λόγω του προσφάτου ατυχήματος του- και απευθυνόμενη πάλι σε μένα, συνέχισε:
 —Αν είναι ευλογημένο, πάτερ μου, θα ήθελα λίγο να τακτοποιήσω τα πράγματά μας και να περιποιηθώ τον αδελφό μου, γιατί ακόμη έχει ανάγκη από εμάς, και έπειτα να έλθω στο Γραφείο και να σας εξιστορήσω, μαζί με. τον ξάδελφό μου, το θαυμαστό αυτό γεγονός με κάθε λεπτομέρεια
. —Μην ενοχλείστε, δεν πειράζει. Τακτοποιείστε τα πράγματά σας, ξεκουραστείτε και αύριο μετά τη θεία λειτουργία, που θάναι εδώ και ο Δεσπότης μάς τα εξιστορείτε όλα με την ησυχία σας. Είμαι βέβαιος ότι θα χαρεί πάρα πολύ να μάθει την έκβαση αυτού του γεγονότος, από πρώτο χέρι, με κάθε λεπτομέρεια. 
 —Να είναι ευλογημένο, πάτερ μου. Ευχαριστούμε πολύ. Αύριο με υγεία. Είχε τελειώσει η θεία λειτουργία και καθώς πηγαίναμε στο Γραφείο για καφέ, μαζί με την παρέα του Διονύση έφτασε ο Δεσπότης. Ήταν απερίγραπτη η χαρά όλης της παρέας μόλις τον αντίκρυσαν. Έτρεξαν όλοι κοντά του χαρούμενοι. Έβαλαν μετάνοια και του φίλησαν με σεβασμό το χέρι. 
 —Τι κάνετε Σεβασμιώτατε, τον θυμάστε τον Διονύση μας;
 —Μα είναι δυνατόν; Είναι το παιδί, που νοσηλευόταν στο Κρατικό, με το τροχαίο;
 —Μάλιστα, μάλιστα, Σεβασμιώτατε, αυτός είναι. Θαύμα, θαύμα του Ταξιάρχη! 
 —Δόξα σοι ο Θεός! Παιδιά μου πολύ χαίρομαι. Ξέρετε, με είχε συγκινήσει πολύ η περίπτωση του Διονύση και συχνά αναρωτιόμουν για την έκβαση της υγείας του. Και να που σήμερα τον βλέπω υγιέστατο μπροστά μου, ας είναι δοξασμένο το όνομα του μεγάλου Θεού. Παιδιά μου, θα μου επιτρέψτε να πάω μέσα, να προσκυνήσω τον Αρχάγγελο, γιατί μόλις έφτασα και έρχομαι στο Γραφείο να τα πούμε με την ησυχία μας και με κάθε λεπτομέρεια.
 —Νάναι ευλογημένο, Δέσποτα. Ο Σεβασμιώτατος, κατευθύνθηκε συγκινημένος προς τον Ναό, υμνώντας το όνομα του μεγάλου Θεού και ευχαριστώντας τον Αρχάγγελο. Σε λίγο στο Γραφείο του Ναού, ακούγαμε όλοι κατάπληκτοι από την Ελένη και το Νίκο τα γεγονότα τα του θαύματος, να ξετυλίγονται αστραπιαία και θαυμαστά. 
 —Σεβασμιώτατε, ονομάζομαι Ελένη και είμαι η αδελφή του Διονύση, παντρεμένη και μένω στο Ναύπλιο, Σουλίου 8. Το απόγευμα της Κυριακής του Θωμά, 25-4-1993, χτυπά το τηλέφωνο του σπιτιού μου,.... και πληροφορούμαι ότι ο αδελφός μου ο Διονύσης χτύπησε σε τροχαίο και βρίσκεται, στο Κρατικό Νοσοκομείο Νικαίας στην Αθήνα. Το ακουστικό έφυγε από τα χέ¬ρια μου όταν με παρότρυναν να κάνουμε όσο το δυνατόν σύντομα, γιατί ο αδελφός μου ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Ετοιμοθάνατος! «Τον προλαβαίνετε, δεν τον προλαβαίνετε», μου είπαν χαρακτηριστικά. Φύγαμε αμέσως για την Αθήνα. Πώς αισθανόμουν στον δρόμο για την Αθήνα, δεν μπορώ να το εκφράσω, ήταν μια φοβερή εμπειρία! Ένοιωθα να βουλιάζει σιγά-σιγά ο κόσμος ολόκληρος. Αισθανόμουν ότι τα πάντα για μένα έχαναν ξαφνικά την αξία τους! Δεν μετρούσε για μένα τίποτα. Μόνο μέσα από ένα μεταξωτό ιστό αράχνης, αμυδρά, διέκρινα με τη φαντασία μου το Διονύση μας αιμόφυρτο και ετοιμοθάνατο. Και τότε, το μόνο που ήθελα, ήταν να βρεθώ κοντά του, να τον αγκαλιάσω, να τον φιλήσω, να τον σφίξω και να του ξαναδώσω τη δύναμη και τη ζωή. Τα λεφτά μού φαινότανε ώρες και οι ώρες αιώνες. Σε κάποια στιγμή σχεδόν λιποθύμησα, όταν μέσα στο αμάξι μύρισε, πολύ αισθητά, λιβάνι! Πάει πέθανε, σκέφτηκα και ένοιωθα να χάνω τις αισθήσεις μου. Φτάσαμε στο Νοσοκομείο και η πραγματικότητα ήταν πολύ πιο φοβερή από εκείνη της φαντασίας. Ο Διονύσης αιμόφυρτος πάνω στο κρεββάτι αναίσθητος σε αφασία. Με φώναξαν στο Γραφείο οι γιατροί και μου είπαν επί λέξει: «Κορίτσι μου, τι να σου πούμε, το παιδί είναι ξεγραμμένο. Το μυαλό του έγινε γιαούρτι. Δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα». Ρώτησα για κάποια εγχείριση, για κάτι άλλο που θα μας έδινε κάποιες ελπίδες. «Δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα, δεν σηκώνει ούτε εγχείριση», μου είπαν και συνέχισαν: «Εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα». Γονατιστοί όλη τη νύχτα στο προσκεφάλι του, παρακαλούσαμε το Θεό να τον λυπηθεί και να τον αναστήσει. Το πρωί επισκέφθηκε τον αδελφό μου ο άριστος κρανιολόγος γιατρός κ. Μουρουζίνης. Τον εξέτασε πολύ ώρα και στο τέλος κουνώντας το κεφάλι του είπε: «Είτε έτσι, είτε αλλιώς ο νεαρός είναι χαμένος, ας του κάνουμε μια επέμβαση στο κεφάλι του. Βέβαια οι πιθανότητες δεν είναι ούτε μία στις χίλιες, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο καλύτερο». Το δεχτήκαμε. Πώς να κάναμε διαφορετικά; Ο αδελφός μου χανόταν! Μπήκε στο χειρουργείο στις δώδεκα το μεσημέρι. Κατά το διάστημα της εγχείρισης, μας πήρε τηλέφωνο στο Νοσοκομείο ο ξάδελφός μας ο Νίκος και μας είπε πράγματα που μας ζωήρεψαν τις ελάχιστες και υποτονικές ελπίδες μας. Άλλα καλύτερα να σας τα εξιστορήσει αυτά ο ίδιος. Λέγοντας αυτά η Ελένη, στράφηκε στο νεαρό δίπλα της, που βοηθούσε μαζί της τον Διονύση. —Μάλιστα Σεβασμιώτατε. Λέγομαι Νίκος Καλογήρου. Είμαι 22 χρόνων και σπουδάζω μαζί με την αδελφή μου Ελένη στη Θεσσαλονίκη. Η διεύθυνση μας: ...... Το τηλέφωνο μας: ...... Την Κυριακή του Θωμά 25-4-1993, η αδελφή μου και γω ξεκινήσαμε να επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη, απ’ την οποία είχαμε φύγει, για να περάσουμε τις διακοπές του Πάσχα κοντά στους δικούς μας. Στη Θεσσαλονίκη φτάσαμε στις 7 το απόγευμα. Αμέσως πήραμε τηλέφωνο τους δικούς μου, όπως άλλωστε συνηθίζουμε, για να ενημερώσουμε τους δικούς μας ότι φτάσαμε καλά. Συνάμα ρωτήσαμε και για κείνους, πώς είναι και αν έχουν κανένα νεότερο από το πρωί που φύγαμε για τη Θεσσαλονίκη. Μας είπαν ότι είναι όλα μια χαρά, όπως τα ξέραμε. Κουρασμένοι από το πολύωρο ταξίδι μας, πολύ νωρίς πήγαμε για ύπνο. Τη νύχτα, ένα όνειρο με συγκλόνισε. Βρέθηκα μέσα σε ένα Νοσοκομείο, για μένα άγνωστο, και πάνω σε ένα κρεββάτι, ντυμένο στα μαύρα, τον ξάδελφό μου ξαπλωμένο. Τον ρωτάω τι έπαθε και εκείνος μου δείχνει το κεφάλι του, που ήταν γεμάτο αίματα, και μου λέει ότι χτύπησε. Τότε ακούω τη φωνή του πατέρα μου να με φωνάζει: Νίκο-Νίκο! Δεν τον έβλεπα, όμως ακολούθησα τη φωνή του και βρέθηκα σε μια μικρή Εκκλησιά, που βρισκόταν στην αυλή του Νοσοκομείου. Στο μέσον της Εκκλησίας στεκόταν ο πατέρας μου και κυττούσε προς το μέρος μου. Στα δεξιά μου βλέπω μία εικόνα της Παναγίας με τον Χριστό στην αγκαλιά της. Βγάζω το μαντήλι μου και την σκουπίζω, γιατί μου φάνηκε λερωμένη. Το μαντήλι λερώθηκε. Τότε βλέπω τον πατέρα μου να μού δείχνει την αριστερή πλευρά του Ναού και στο σημείο που βρισκόταν μια άλλη εικόνα, που όμως ήταν τόσο μαύρη, που δεν φαινόταν το πρόσωπο του εικονιζόμενου αγίου. Συγχρόνως ο πατέρας μου, με προστακτικό ύφος μού έλεγε τα εξής: Πες στην Ελένη, την ξαδέλφη σου, να την καθαρίσει. Ανήσυχος απ’ αυτά όλα το πρωί, παίρνω μια θεία μου τηλέφωνο στο Ναύπλιο να ρωτήσω. Δεν πήρα το σπίτι μου, γιατί γνώριζα ότι όλοι τους δούλευαν. Τότε μαθαίνω το θλιβερό γεγονός. Ρώτησα για την ξαδέλφη μου, την Ελένη και μού είπε ότι είναι στο Νοσοκομείο της Νικαίας. Εκεί πήρα τηλέφωνο και αφού έμαθα λεπτομέρειες και την απελπιστική κατάσταση του Διονύση, ρώτησα την Ελένη αν υπάρχει στο χώρο του Νοσοκομείου καμμιά Εκκλησιά. Μου απάντησε ότι δεν το γνώριζε. Τότε της είπα το όνειρο και την παρότρυνα να ψάξει και αν υπήρχε, να κυττούσε στον αριστερό μπαίνοντας τοίχο της. Παρακάτω, Σεβασμιώτατε, ας συνεχίσει εκείνη. —Όταν άκουσα αυτά από τον ξάδελφό μου Νίκο, Σεβασμιώτατε, κάποιες ελπίδες άρχισαν να αναπτερώνονται. Όταν θα βγουν σωστά τα λόγια του ξαδέλφου μου, είπα μέσα μου, τότε θα πει ότι ο Διονύσης μας θα σωθεί. Ρωτήσαμε και μάθαμε ότι υπήρχε κάτω Εκκλησία του Νοσοκομείου. Τρέξαμε με τους συγγενείς μου και ψάξαμε. Πράγματι στο αριστερό τοίχο ήταν κρεμασμένο ένα μικρό ξύλινο εικόνισμα κατάμαυρο!!! Το ξεκρεμάσαμε αλλά δεν μπορούσαμε να δούμε τι αναπαριστούσε. Πήρα βαμβάκι και οινόπνευμα και το καθάρισα. Ω Θεέ μου! Έλαμψε ολόκληρο! Αστραποβολούσε! Όμως και πάλι δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε ποιον άγιο εικόνιζε. Όταν το είδε η θεία μου. η μητέρα του Νίκου, σταυροκοπήθηκε και το καταφιλούσε, το είχε γνωρίσει! Ο Ταξιάρχης, ο Ταξιάρχης του Μανταμάδου!!! φώναζε. Είχε έλθει πριν δυο χρόνια και είχε πάρει το εικόνισμα Του και τους δυο τόμους των βιβλίων Του. Να το εικόνισμα Σεβασμιώτατε, είπε η Ελένη και ανοίγοντας το πουκάμισο του Διονύση το έβγαλε από τη θήκη του και το έδωσε στον Δεσπότη μας. Εκείνος το κύτταξε για λίγο και έπειτα με πολύ σεβασμό και ευλάβεια, το ακούμπησε στα χείλη του. Ήταν ένα ξύλινο μικρό εικονισματάκι του Ταξιάρχη μας, απ’ αυτά που έχουμε στο περίπτερο του Ναού, για τους προσκυνητές μας. Αφού το προσκυνήσαμε όλοι μας, η Ελένη το πήρε, το έβαλε πάλι στη θέση του και συνέχισε:
 —Τελείωσε η εγχείριση στον εγκέφαλο του αδελφού μου. Οι γιατροί δεν μας έδιναν περισσότερες ελπίδες απ’ ότι πριν την εγχείριση, δηλαδή μία τοις χιλίοις! «Το μυαλό του», μας έλεγαν, «είναι σα γιαούρτι- και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα παραπάνω. Ανθρωπίνως και επιστημονικώς κάναμε το καλύτερο, τώρα μόνο ένα θαύμα τον σώζει». Ζήτησα να μου επιτρέψουν να μπω στην εντατική και να του βάλω το εικόνισμα επάνω του. Μου το επέτρεψαν. Μπήκα και του το φόρεσα. Το πρωί, 27-4-93, μας παίρνει πάλι τηλέφωνο ο Νίκος απ’ τη Θεσσαλονίκη. Και μου λέει ότι πάλι είδε όνειρο σημαδιακό και πως πρέπει να εντείνουμε τις προσευχές μας, γιατί ο Διονύσης θα γίνει καλά! —Ναι, Σεβασμιώτατε, συνεχίζει, παίρνοντας τον λόγο ο Νίκος. Το βράδυ της 26ης προς την 27η βλέπω πάλι να βρίσκομαι στο Νοσοκομείο και να θέλουν δυο μαυροφορεμένοι άνδρες, να μας πάρουν τον Διονύση, μέσα σε ένα μαύρο μεγάλο αυτοκίνητο. Μετά από πολύ ώρα το κατώρθωσαν, αλλά το αυτοκίνητο δεν έφευγε. Κάποιος νέος, όμορφος, ξανθός, με ένα μικρό γενάκι και μέχρι τη μέση τον κατάξανθα σγουρά κυματιστά μαλλιά, εμφανίστηκε και αφού πήρε και έβαλε τον Διονύση πάνω σε ένα κρεββάτι του Νοσοκομείου, μου είπε: «Μην ανησυχείς! Ανοίξτε του μια τρύπα εδώ», δείχνοντας το λαιμό του, «βάλτε του την εικόνα της Παναγιάς στα χέρια του και αφήστε τον σε μένα». Το πρόσωπό του έχυνε μια γλυκεία λάμψη, που σε γαλήνευε, σε πλημμύριζε ευεξία και εμπιστοσύνη.
 —Σκεφθείτε Δέσποτα πώς ένοιωσα, συνέχισε τώρα η Ελένη, όταν ενώ άκουγα αυτό από το Νίκο, έρχονται οι γιατροί, μπαίνουν βιαστικά στην εντατική και βγαίνοντας γρήγορα, έπαιρναν μαζί τους και τον Διονύση στο χειρουργείο για τραχειοτομή!!! Μάς είπαν επί λέξει: «Έχει χειροτερεύσει η κατάσταση του. Τώρα έχει και πνευμονία με υψηλό πυρετό. Τον πάμε αμέσως για τραχειοτομή να τον προλάβουμε, γιατί κινδυνεύει από στιγμή σε στιγμή να πνιγεί»! Μετά από την τραχειοτομή, τον λυπήθηκε πράγματι η ψυχή μου. Δεν ζούσε. Τα μηχανήματα τον κρατούσαν φυτό!! Στο σημείο αυτό έχασα όσο θάρρος μού είχε απομείνει. Λύγισα σαν άνθρωπος και χωρίς να πω τίποτα σε κανέναν, έφυγα στο Ναύπλιο να πάρω τα ρούχα του για το επερχόμενο μοιραίο. Απ' εκεί έφερα μαζί μου και τα βιβλία του Ταξιάρχη, το Ιστορικό και τα θαύματά Του. Κάποιος, θαρρείς μέσα μου, με έσπρωχνε να τα πάρω από τη θεία μου μαζί μου! Όταν επέστρεψα και είδα τον αδελφό μου ζωντανό, μετάνοιωσα πικρά για την ολιγοπιστία μου. Ζήτησα ταπεινά συγγνώμη, για την αδυναμία μου αυτή και γονατιστή μέρα και νύχτα έξω από την εντατική, διάβαζα τα θαύματά Του και παρακαλούσα για τη σωτηρία του αδελφού μου. Όσο διάβαζα το βιβλίο με τα θαύματα, τόσο ένοιωθα κοντά μας την παρουσία του Άγιου. Οι ελπίδες πάλι δειλά-δειλά ερχότανε να πάρουν τη θέση της απογοήτευσης και απόγνωσης και σιγά-σιγά γιγάντωναν και πολλαπλασιάζονταν. Οι ενημερώσεις των γιατρών δεν με προβλημάτιζαν πια και δεν με ενδιέφεραν πολύ, παρ’ όλο που ήτανε άσχημες! Κι αυτό γιατί τώρα γνώριζα ότι πάνω και από τους γιατρούς, βρίσκεται ο Άγιος, κι ότι Αυτός μόνο επιμελείται τον αδελφό μου. Τα βιβλία αυτά μού έδωσαν την ηρεμία, τη δύναμη, τη δυνατή πίστη, την υπομονή, την καρτερία. Με 40 πυρετό επί 8 ήμερες στην εντατική πάλεψε με τον θάνατο ο Διονύσης, με σύμμαχο τον Ταξιάρχη. Οκτώ ολόκληρες ημέρες έμοιαζε με νεκρό. Οι γιατροί μας έλεγαν ότι: «Δυστυχώς χάνουμε ελπίδες, παρά κερδίζουμε»! Και την ογδόη, μεγάλε μου Άγιε Ταξιάρχη! Άνοιξε τα μάτια του!!! Από τότε και μετά, κάθε μέρα και ένα μηχάνημα απομακρυνόταν από τον αδελφό μου, μέχρι που έφυγε και το τελευταίο. Οι γιατροί κατάπληκτοι έλεγαν: «Αυτό δεν μπορούσε να γίνει φυσιολογικά ή τουλάχιστον σε τέτοιο βαθμό και σε τόσο λίγο χρόνο! Το μυαλό του αδελφού σας ήταν πράγματι "γιαούρτι". Μόνο ένα θαύμα, στην κυριολεξία, θα μπορούσε να τα δικαιολογήσει όλα αυτά, μόνο ένα θαύμα»!!! Στο διάστημα των 8 αυτών ημερών, που ο Διονύσης μας πάλευε με τον θάνατο, επισκεφθήκατε Σεβασμιώτατε την πρεσβυτέρα του πατρός Χρήστου και γνωρίσατε τον Διονύση μας. Ο πατήρ Χρήστος σας είχε μιλήσει για τα όνειρα του ξαδέλφου μου, την εύρεση της εικόνας και σεις θελήσατε να δείτε τον αδελφό μου και να τον ευλογήσετε. Να ξέρατε τότε, Σεβασμιώτατε, τι κουράγιο και δύναμη μας δίνατε, όταν μας είπατε ότι: «Αφού θέλησε ο Ταξιάρχης να τον πάρει υπό την προστασία Του, μη φοβάστε, είναι μεγάλη ευλογία και όλα θα πάνε καλά. Μόνο μη χάνετε την πίστη σας και να προσεύχεστε ζεστά, μέσα από την καρδιά σας. Ο Κύριος πάντοτε ανταποκρίνεται στις θερμές μεσιτείες του Αρχαγγέλου Του». Τα λόγια Σας αυτά, Σεβασμιώτατε, ήταν μια ακόμη επιβεβαίωση των θαυμάτων του Ταξιάρχη, που κάθε μέρα διαβάζαμε και ξαναδιαβάζαμε. Η παρουσία Σας αυτή, στις δύσκολες αυτές στιγμές της ζωής μας, ήταν ευεργετική. Σας ευχαριστούμε πάρα πολύ μέσα απ’ την καρδιά μας, για όλα. «Παιδί μου», ψέλλισε συγκινημένος ο Δεσπότης μας, «εμείς δεν κάναμε τίποτα, ενώσαμε τις προσευχές μας, όπως είχαμε υποχρέωση, μαζί με τις δικές σας. Ο Κύριος πάντοτε δίνει ό,τι του ζητούνε, με αληθινή πίστη, υπομονή και επιμονή! Και η δική σας η πίστη, η υπομονή και η επιμονή ήταν πράγματι υποδειγματική. Πας γαρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται (Ματθ. ζ' 8)».
 —Σεβασμιώτατε, παρά λίγο να το ξεχάσω, είπε η Ελένη. Ο Αρχάγγελος έκαμε και δεύτερο θαύμα!
 —Τι παιδί μου; 
 —Η Ελένη Μαϊοράνου, ήταν Πεντηκοστιανή. Λέω ήταν, γιατί τώρα δεν είναι. Ο Ταξιάρχης, με τις επεμβάσεις Του, την έκανε ορθόδοξη!!! Ήταν αποκλειστική του αδελφού μου, μέσα στην εντατική. Σαν Πεντηκοστιανή δεν πίστευε στις εικόνες και επομένως ούτε και στην εικόνα του Ταξιάρχη, που βρήκαμε στην Εκκλησία του Νοσοκομείου. «Μη πιστεύετε», μας έλεγε συνεχώς, «μη πιστεύετε σε θαύματα και μάλιστα θαύματα από εικόνες άγιων. Δεν γίνονται τέτοια πράγματα». Όταν όμως έβλεπε αργότερα, την εξέλιξη της υγείας του Διονύση, κλονίστηκε και μας είπε: «Αν πράγματι γίνει καλά εντελώς ο Διονύσης, θα πάω στον Μανταμάδο, στον Ταξιάρχη, στη θαυμαστή Του εικόνα και το δικό μου παιδί»! Το παιδί της είχε κάποια άγνωστη ασθένεια. Φύγαμε από το Νοσοκομείο και σε δυο μήνες έπρεπε να το επισκεφτούμε πάλι για αξονική εξέταση. Όταν ανεβήκαμε στην νευρολογική χειρουργική του Νοσοκομείου, βρήκαμε την Ελένη, την αποκλειστική του Διονύση. Μόλις μας είδε έμεινε άφωνη. Κάθισε για λίγο μαρμαρωμένη, σαν να έβλεπε φαντάσματα και έπειτα έτρεξε κατεπάνω μας και μας αγκάλιασε όλους δακρυσμένη. «Τι κάνεις, Ελένη;» τη ρωτήσαμε. Εκείνη μας παρέσυρε λίγο παράμερα και μας είπε: «Τώρα πίστευω, τώρα πιστεύω. Είναι πιο φωτεινό και από τον ήλιο ότι εσείς έχετε δίκαιο, οι ορθόδοξοι. Ακούστε τι έχω να σας πω: Χθες τη νύχτα είδα στο όνειρό μου, ότι βρισκόμουν σε μια γαληνεμένη θάλασσα και ήρθε και με συνάντησε κάποιος νέος, ωραίος και μελαψός και μού λέγει: "Πήγαινε αύριο στη νευρολογική χειρουργική του Νοσοκομείου να δεις και να πιστέψεις. Σου έχω μια μεγάλη έκπληξη". Είμαι εδώ από το πρωί, γιατί πίστευα ότι αυτός που μού μίλησε στο όνειρό μου ήταν ο Ταξιάρχης! Και να που βλέπω το Διονύση μας αναστημένο! Γιατί, για νεκρανάσταση πρόκειται. Ποτέ, μα ποτέ δεν πίστευα ότι το παιδί αυτό θα μπορούσε να γίνει καλά και μάλιστα με τέτοια διαύγεια του νου έπειτα από τέτοια κάκωση που είχε στον εγκέφαλό του. Αυτό είναι πράγματι ένα θαύμα, ένα αληθινό θαύμα του Ταξιάρχη! Τώρα πιστεύω και μετανοιώνω που τόσα χρόνια ήμουν σε τόση πλάνη!!! Με την πρώτη ευκαιρία θα πάω να προσκυνήσω την θαυμαστή εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και να Του ζητήσω να με συγχωρέσει».
 —Ξέρετε, Σεβασμιώτατε,
μίλησε για πρώτη φορά ο Διονύσης, αν οι δικοί μου χαίρονται, τόσο πολύ, για τη θεραπεία μου, άλλο τόσο εγώ χαίρομαι για την επιστροφή στην Ορθόδοξη πίστη, της κ. Ελένης. Είναι μια αξιαγάπητη κυρία και σωστός άνθρωπος. Είμαι πολύ ευχαριστημένος, που εξ αιτίας του ατυχήματός μου σώθηκε μια ψυχή. «Ουδέν κακόν αμιγές καλού», όπως έλεγαν οι πρόγονοι μας. Δόξα σοι ο Θεός! Ο Σεβασμιώτατος σηκώθηκε. Πλησίασε τον Διονύση που με τη βοήθεια των δικών του είχε σηκωθεί. Τον ασπάσθηκε σταυρωτά και άφησε να ακουμπήσει το κεφάλι του νέου στον αριστερό του ώμο, χτυπώντας χαϊδευτικά την πλάτη του. Είχαν δακρύσει και οι δυο τους και η συγκίνηση αυτή είχε απλωθεί παντού μέσα στο χώρο του Γραφείου του Ναού και μας συνεπήρε όλους. Έπειτα, δειλά-δειλά και άχρωμα στην αρχή, ακούστηκε η φωνή του Σεβασμιωτάτου: «Των ουρανίων Στρατιών Αρχιστράτηγε...» Τον ακολουθήσαμε όλοι μαζί συγκινημένοι...


από το περιοδικό ''Αγιορείτικη  μαρτυρία''

Αν στα σημερινά σχολεία όλου του κόσμου και πολύ περισσότερο στα δικά μας διδάσκονταν στο μάθημα της γλώσσας (όχι στα θρησκευτικά και πειραχτούν πολύ κάποιοι..)σαν κείμενα διδάγματα γερόντων η νεολαία θα έβγαινε κατασταλαγμένη και καινή,κενή όμως σήμερα βγαίνει αφού της λείπουν τα πρότυπα..

 Ο υποτακτικός κάποιου Γέροντα έμενε σε μια καλύβα δέκα μίλια μακριά από τη σκήτη. Μια μέρα θέλησε να τον ειδοποιήσει ο Γέροντας να έλθει να πάρει το ψωμί του. Ύστερα όμως σκέφθηκε: Για λίγα ψωμιά να κάνω τον Αδελφό να περπατήσει δέκα μίλια; Ας του τα πάω μόνος. Έβαλε το ταγάρι στον ώμο και ξεκίνησε. Πηγαίνοντας, σκόνταψε σε μια πέτρα κι έκανε τέτοια πληγή στο πόδι, που ήταν αδύνατον να σταματήσει το αίμα. Από τον υπερβολικό πόνο που ένιωσε άρχισε να κλαίει.
 - Γιατί κλαίς, Αββά; Άκουσε πίσω του μια γλυκιά φωνή να τον ρωτά. Έστρεψε το κεφάλι και είδε έναν ωραίο Άγγελο. Δεν φοβήθηκε όμως, αλλά του έδειξε με το δάκτυλο την πληγή.
 - Πάψε να κλαίς γι' αυτό το τιποτένιο πράγμα, τον πρόσταξε ο Άγγελος. Τα βήματα που κάνεις για την αγάπη του Αδελφού τα έχω μετρημένα και θα πάρεις την αμοιβή σου από τον Θεό. Ο Γέροντας πήρε θάρρος και χαρούμενος συνέχισε το δρόμο του. Από τότε προθυμοποιήθηκε να εξυπηρετεί τους Αδελφούς. Μια μέρα πήρε πάλι ψωμιά να τα πάει σ' άλλον Ερημίτη που έμενε πολύ πιο μακριά. Συνέβηκε όμως να έρχεται κι εκείνος με τον ίδιο σκοπό και συναντήθηκαν στο δρόμο
. - Αδελφέ μου, είπε πρώτος ο Γέροντας, με κόπο απέκτησα ένα μικρό θησαυρό και πρόλαβες εσύ να μου τον πάρεις. - Μήπως η στενή πύλη χωράει μόνο εσένα, Αββά; Κάνε λίγο τόπο να περάσουμε κι εμείς, του αποκρίθηκε ο Αδελφός. Ενώ έλεγαν αυτά, ήλθε πάλι ο Άγγελος και τους είπε:
- Αυτή η φιλονικία σαν ευωδιαστό λιβάνι ανεβαίνει στον ουρανό...

Η καλλιπάρθενος αυτή νύμφη του Χριστού Παρασκευή γεννήθηκε στα περίχωρα της Ρώμης. Αυτοκράτορας τότε ήταν ο Ανδριανός και μετά από αυτόν ο Αντωνίνος. Γεννήθηκε περίπου το 117 μ.Χ. από Έλληνες γονείς. για περισσότερα πατήστε http://eiskapernaoum.blogspot.gr/2009/08/blog-post_22.html

Απο τα πιο αισιόδοξα πράγματα μέσα από αυτό το ρημαγδό των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου είναι η παρουσία του γέροντος Παισίου που φαίνεται να παρεμβαίνει μετά από τον θανατό του και να δίνει παρηγοριά και ζωή στους ανθρώπους..
. Το κείμενο που ακολουθεί είναι προδημοσιεύση άρθρου. Θα δημοσιευθεί στο ορθόδοξο αντιαιρετικό περιοδικό ΔΙΑΛΟΓΟΣ στο τεύχος Σεπτεμβρίου (τον Αύγουστο δεν εκδίδεται) αλλά λόγω της βαρύτητας του θαύματος, κρίθηκε σωστό να μαθευτεί νωρίτερα και από άλλα μέσα,για το καλό του ορθόδοξου ποιμνοίου στους δύσκολους καιρούς που περναέι η ευλογημένη πατρίδα μας.Υπάρχει και ενυπόγραφη δάδεια του εκδότη για όποιον τη θελήσει. "Πριν μερικές εβδομάδες ακόμα ένα σύγχρονο Θαύμα του γέροντος Παϊσίου έλαβε χώρα σε ένα μικρό χωριό των Σερρών. Το περιέγραψε στον υποδιάκονο Αμφιλόχιο, του Ιερού Καθεδρικού Ναού των Ταξιαρχών Σερρών, ο βιώσας το Θαύμα Παντελής Κ. Ο Παντελής 18 ετών, νεος χρήστης ναρκωτικών ουσιών, είχε ένα τρομερό ατύχημα με το μηχανάκι του λίγο πιο έξω από το χωριο του με αποτέλεσμα να τραμαυτιστεί σοβαρά στο κεφάλι και να πάθει εγκεφαλική διάσειση. Πιθανότατα ήταν υπό την επίρροια ουσιών γιατί παρόλο που ήταν σε προγράμματα αποτοξίνωσης,το δαιμόνιο αυτό της ηρωίνης δεν έλεγε να βγει από μέσα του.
Μπήκε εσπευμένα στην μονάδα εντατικής θεραπείας του Γενικού Νοσοκομείου Σερρών με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Οι γιατροί τον είχαν σε καταστολή και μετά και από ενδονοσοκομειακή μόλυνση ήταν σε κώμα με τελική γνωμάτευση ότι ήταν εγκεφαλικά νεκρός. Οι γιατροί μην έχοντας άλλα μέσα στη διάθεσή τους, σήκωσαν τα χέρια ψηλά και είπαν στην χαροκαμένη μητέρα του ότι ειναι στα χέρια του Θεού. Η ημερομηνία της τελικής γνωμάτευσης για εγκεφαλικό θάνατο ήταν η 13η Ιουλίου. Σε 1 ημέρα ο γιος της θα έκλεινε τα 18 του χρόνια,και αντί να μπει στην ενήλικη ζωή, τον έβλεπε στο κρεβάτι να παλεύει, όχι για τον γνωστό αγώνα κατά της μάστιγας των ναρκωτικών, αλλά τελείως άμεσα για την επιβίωσή του. Η αξιαγάπητη Κυρία Αναστασία δε το έβαλε κάτω.Με την προτροπή του Άγιου πνευματικου της , παππούλη Αθανάσιου,πήρε το ΚΤΕΛ για Θεσσαλονίκη την επόμενη ημέρα και κατευθυνθηκε προς την Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Γνώριζε για το μεγαλείο του γέροντα-Παϊσίου , δε γνώριζε όμως οτι εκείνη την ημέρα 14 Ιουλίου συμπληρονώντουσαν 18 χρόνια απο την κοίμηση του γέροντα. Όταν έφτασε και είδε τη λαοσύναξη απόρησε,αλλά οταν της είπαν οτι ο γέρωντας πέθανε την ίδια μέρα που γέννησε τον μονάκριβο γιο της κόντεψε να λιποθυμήσει. Ενιωσε κατι που δεν μπορει ακόμα να περιγράψει. Μια ένωση με το Θείο, την αύρα του γέροντα και γενικά ότι κάτι καλό θα βγει. Παρόλη την κρισιμότητα της κατάστασης του γιού της, δε το χρησιμοποίησε σαν αιτία και περίμενε με ταπεινωση και γονατιστή πάνω από 4 ώρες μέχρι να έρθει η σειρά της να προσκυνήσει το μέρος όπου κοιμάται ο γέροντας Παΐσιος. Προσευχήθηκε για το σπλάχνο της και πήρε λίγο χώμα από το μνήμα, το οποίο χώμα το πήγε στον πνευματικότης, και ο οποίος αφού το διάβασε,έφτιαξε ένα αυτοσχεδιο φυλακτό. Η κυρία Αναστασία έτρεξε στο νοσοκομείο και το εναπόθεσε κάτω από το μαξιλάρι του παιδιού της. Το ίδιο κιόλας βράδυ είδε στον ύπνο της τον Γέροντα Παΐσιο να της λέει "Μη φοβάσαι, θα γίνει καλά ο Παντελής". Το επόμενο πρωί ο Παντελής συνήλθε υγιέστατος κάτι που οι γιατροί αδυνατούσαν να εξηγήσουν. Μια έντονη ευωδία είχε κατακλύσει το δωμάτιο και αργότερα διαπίστωσαν ότι αυτή η μυρωδιά, προέρχονταν από το μαξιλάρι του Παντελή, στο οπoίου η μητέρα του είχε τοποθετήσει κρυφά το φυλαχτό με το χώμα από τον τάφο του Γέροντα. Το μόνο που θυμάται ο Παντελής από το λήθαργο του, είναι η φιγούρα ενός μαυροφορεμένου γέροντα να του λέει: 'άντε σήκω παλικάρι μου να πας στη μαμά σου. Τα κόλυβα σου δε τα έχεις στο ζωνάρι. Θα αργησουμε να τα φαμε'. Ο Παντελής από εκείνο το πρωινό έχει μια αποστροφή για τα ναρκωτικά και υγιέστατος διαβάζει και προσπαθεί να μπει στο πανεπιστήμιο.Εξομολογείται στον πνευματικό της μητέρας του και θέλησε να μοιραστει το θαύμα που βίωσε η οικογένεια του , με τον υποδιάκονο Αμφιλόχιο.
"Ο Θεός μερικές φορές, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνη με το καλό, του δίνει μια δοκιμασία, για να συνέλθη. Αν δεν υπήρχε λίγος πόνος, αρρώστιες κ.λπ., θα γίνονταν θηρία οι άνθρωποι· δεν θα πλησίαζαν καθόλου στον Θεό." από το ''αγιορείτικο βήμα''

Χαρακτηριστικά ονόματα του Κυρίου που συμβολίζουν το ρόλο του στη γη την αποστολή Του και τη θεότητά Του υπάρχουν πολλά και διάφορα.Ας συνοψίσουμε μερικά¨ Γιατί ονομάστηκε ο Ιησούς Χριστός «Οδός»; Για να μάθεις ότι δι' Aυτού ανεβαίνουμε προς τον ουράνιο πατέρα μας. Γιατί ονομάστηκε «Πέτρα»; Για να μάθεις πόσο χρήσιμη αλλά και πόσο δυνατή και ακλόνητη είναι η πίστη προς Αυτόν. class="fullpost">Γιατί ονομάστηκε «Θεμέλιος»; Για να μάθεις ότι Aυτός βαστάζει και στηρίζει τα πάντα υλικά και πνευματικά. Γιατί ονομάστηκε «Ρίζα»; Για να μάθεις ότι ενωμένοι μαζί Tου και παίρνοντας χυμούς πνευματικούς απ' Αυτόν ανθίζουμε και καρποφορούμε πνευματικά. Γιατί ονομάστηκε «Ποιμήν»; Διότι Αυτός μας ποιμαίνει και προνοεί για την συντήρησή μας. Γιατί ονομάστηκε «Πρόβατον»; Διότι θυσιάστηκε για μας και συγχωρέθηκαν δι' Αυτού οι αμαρτίες μας. Γιατί ονομάστηκε «Ζωή»; Διότι ενώ ήμασταν νεκροί πνευματικώς ένεκα των αμαρτιών μας ανέστησε μαζί Του. Γιατί ονομάστηκε «Φως»; Γιατί μας απήλλαξε από το σκοτάδι της ειδωλολατρίας και της πλάνης. Γιατί ονομάστηκε «Ιμάτιον»; Διότι εγώ ο άνθρωπος ενδύθηκα πνευματικά Αυτόν, όταν βαφτίστηκα στο όνομά του. Γιατί ονομάστηκε «Τράπεζα»; Διότι τρώγω το Σώμα Του και πίνω το Αίμα Του όταν συμμετέχω στα άχραντα μυστήρια. Γιατί ονομάστηκε «Οίκος»; Διότι δια μέσου των ιερών μυστηρίων κατοικώ εις Αυτόν. Γιατί ονομάστηκε «Ένοικος»; Διότι με την Θεία Κοινωνία γίνομαι ναός και κατοικία Του.

Ο Άγιος Αθανάσιος Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως γεννήθηκε στη Κέρκυρα, περί τα τέλη του ιζ' (17ου) αιώνος, το έτος 1665, από γονείς ευσεβείς. Ο πατέρας του λεγόταν Ανδρέας, και η μητέρα του Ευφροσύνη. Επειδή ο πατέρας του είχε επίσημη θέση κοντά στον Ενετό κυβερνήτη των Ιονίων νήσων μετοίκησε στην Καρύταινα συμπαρακολουθούντας τον τότε κυβερνήτην της Πελοποννήσου νεοδιορισθέντα το 1684.Η Πελοπόννησος όλη ως και τα Ιόνια νησιά, ήσαν τότε υπό την εξουσία των Ενετών.
. Εκτός του Αγίου, ο πατέρας του είχε και τρεις γιούς,εκ των οποίων ο μεν πρώτος παντρεύτηκε και αποκατέστη στην Χριστιανούπολη,ο δεύτερος, Αντώνιος στο όνομα έμεινε στην Καρύταινα και πήρε σύζυγο την αδελφή του τότε διάσημου αρματωλού Αθανασίου Κουλά,ή καπετάν Θανάση όπως τον φώναζαν,και ο τρίτος,είχε κλίση στα στρατιωτικά και κατετάχθηκε στο ναυτικό Ενετικό τάγμα.
Τον Αναστάσιον, διότι έτσι ονομαζόταν ο Άγιος πρωτύτερα, ο πατέρας του τον είχε παραδώσει από μικρό σε εξόχους δασκάλους διότι ο Αναστάσιος αγαπούσε πολύ τα γράμματα.Επειδή τυγχάνει να είναι από κείνους που θα προόδευε εις την χριστιανική παιδεία και διδασκαλία ο θεός τον δόξασε ως ανταμοιβή των κόπων του. Καθημερινά καλλιεργούσε την χριστιανική αρετή και έλεγε πολλές φορές προσευχόμενος αυτό που είχε πει και ο Δαυίδ'' (Γνώρισόν μοι Κύριε οδόν εν η πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου).
Όταν έφθασε σε ανδρική ηλικία, ο πατέρας του τον ανάγκασε να παντρευτεί όπως βεβαίως συμβαίνει εις τους περισσοτέρους ανθρώπους. Διότι καύχημα και χαρά νομίζουν οι γονείς, να βλέπουν γιους από γιους και θυγατέρες από θυγατέρες. Πράγματι τερπνόν και ευάρεστον είναι το να βλέπει γιους, κόρες, εγγονούς, μαζεμένα κυκλικά στην τράπεζα του σπιτιού,ωστόσω η παρθενία μέγα και υψηλό και τοις Αγγέλοις ομότιμον. (Πολλοί εισίν οι κλητοί, ολίγοι δε οι εκλεκτοί». Ό Αθανάσιος λοιπόν, έχοντας κατά νου τα λόγια του Παύλου και την λοιπήν των πατέρων χορείαν και σκοπό είχε βάλει τα υψηλότερα,αντέδρασε στην πρόταση του πατέρα του περί γάμου,προφασιζόμενος κάποια εμπόδια και του άφησε να εννοηθεί ότι πρέπει να περάσει λίγος χρόνος εως σκεφθεί.Αλλά ο πατέρας του επέμενε να πραγματοποιήσει τον γάμο.ετσι λοιπόν αρραβώνιασε τον Αναστάσιο με μια κόρη πλουσίου πολύ γνωστού από την Πάτρα.Όταν ήλθε ο κατάλληλος καιρός και για τον γάμο ο πατέρας του τον έστειλε κείνες τις μέρες στο Ναύπλιο την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου για να ετοιμάσει όπως ήταν το τυπικό τα νυφικά και τα υπόλοιπα ενδύματα.Αλλά ο Αθανάσιος, αφ' ενός πιεζόμενος από τον πατέρα του, αφ' ετέρου δε και από τον εαυτό του λόγω της αποστροφής του από τα κοσμικά και ένεκα του εν εαυτώ ιερού αισθήματος. ευρέθηκε μεταξύ σφύρας και άκμωνος, δηλαδή, σε αμηχανία στενοχώρια και μεγάλο δίλημμα το τι να πράξει. έτσι ενώ πορευόταν προς το Ναύπλιο, διέταξε στην μέση του δρόμου τους συνοδοιπόρους υπηρέτες του να σταματήσουν δια λίγο.Αυτός εισήλθε στο ναό της Θεοτόκου που ήταν πλησίον του δρόμου και γονυπετώς προσευχήθηκε με δάκρυα και συντετριμμένη καρδιά λέγοντας αυτά.''Κύριε Ιησού Χριστέ ο θεός μου, ο καρδίας και νεφρούς ετάζων και τα κρυπτά των ανθρώπων σαφώς επισταμένος, Συ οίδας την καρδίαν μου και την θέλησήν μου. Οίδας, Κύριε καρδιογνώστα, ότι εκ κοιλίας μητρός μου Σε επόθησα και ηγάπησα. Και ήδη ο πατήρ με βιάζει όθεν, γνώρισόν μοι Κύριε, οδόν εν η πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου.
Παρακάλεσε λοιπόν τον Κύριο και την Θεοτόκο να του δείξουν τον δρόμο.Είχε εμπιστοσύνη και σιγουριά ότι θα βοηθηθεί. Μετά την προσευχή συνέχισε την πορεία του. Όταν έφτασε στο Ναύπλιο, άρχισε να κατασκευάζει τα νυμφικά ενδύματα, αλλά πάντοτε υπό το κράτος της πάλης των λογισμών της ψυχρότητας και της αδιαφορίας εκείνης, την οποία δεικνύει όταν αισθάνεται αποστροφήν προς αυτά. Συχνότερα τώρα παρακαλεί τον θεόν και την Υπεραγίαν θεοτόκο ,γιατί πλέον πλησιάζει η ώρα και η θλίψη και η στενοχώρια του αυξάνονταν. Ενώ λοιπόν ήταν έτοιμος να αναχωρήσει για την επαύριον, βλέπει στον ύπνο του το βράδυ την Θεοτόκο που είχε μαζί τον Ιωάννη τον Πρόδρομο να του λέγει.''Σκεύος εκλογής και υπηρέτης του Υιού μου μέλλεις γενέσθαι ω Αθανάσιε. Πέμψον ουν τους δούλους μετά των νυμφικών ιματίων προς τον σον πατέρα και η κόρη ετέρω ανδρί συζευχθήτω. Συ δε πορεύου εις Κωνσταντινούπολιν.'' Ό Αθανάσιος, ξύπνησε και έντρομος όπως ήταν ανεβόησε.'' Ευλογητός ο θεός, ο εξαγαγών με της θλίψεως και στενοχώριας μου. Ουχί το εμόν αλλά το του Κυρίου μου γενέσθω θέλημα.
Όποιος τον θεό πραγματικά αγαπά θα μπορούσε να καταλάβει την ψυχική αγαλλίαση και την πνευματική ευφροσύνη που αισθάνθηκε ο από εδώ και στο εξείς ονομαζόμενος εξ στόματος της θεοτόκου Αθανάσιος.Στη συνέχεια έγραψε επιστολή και την έδωσε στους υπηρέτες του να την παραδώσουν στον πατέρα του. Έγραφε αυτή η επιστολή. Σπεύσε πατέρα στην υποψήφια μνηστή μου να πεις να ψάξει για άλλον άνδρα διότι ο Αναστάσιος-Αθανάσιος αναχωρεί προς Κωνσταντινούπολη τόπον μακρινό και το πιθανώτερο είναι να μην τον ξαναδεί ποτέ.Μετά από λίγες μέρες αναχώρησε για την Κωνσταντινούπολη.Εκεί γνωρίστηκε όπως ήταν φυσικό με τον πατριάρχη Γαβριήλ που ήταν τότε στον θρόνο.Ήταν το 1702 και σε ηλικία 37 ετών ο Αθανάσιος εκδήλωσε επιθυμία να ασπασθεί το μοναχικό σχήμα και να χειροτονηθεί ιεροδιάκονος.Ο πατριάρχης Γαβριήλ τον δοκίμασε και είδε την σύνεση του και τις αρετές του αγίου και τον χειροτόνησε στο πατριαρχείο και μάλιστα ύστερα από λίγο χρόνο τον προήγαγε στον βαθμό του πρεσβυτέρου.Το 1711,όταν ο διάσημος εκκλησιαστικός ρήτορας Ηλίας Μηνιάτης ήταν ιεροκήρυκας στην Κέρκυρα ο τότε Ενετός κυβερνήτης της Πελοποννήσου Άγγελος Έμος, γνώριζε από κοντά τον Μηνιάτη και υπεραγαπούσε αυτόν, δια τα προτερήματα.Του επρότεινε να είναι υποψήφιος αρχιεπίσκοπος της τότε χηρευούσης αρχιεπισκοπής Χριστιανουπόλεως. Αλλά ο Μηνιάτης, είτε κινούμενος από ταπεινοφροσύνη είτε πίστευε ότι ήταν αδύνατον να επιτύχει κάτι το καλύτερο στην αρχιεπισκοπή δεν εδέχθηκε την πρόταση.Έτσι ο πατριάρχης χειροτόνησε ως κατάλληλον τον Αθανάσιο.Ανεβαίνοντας λοιπόν ο Αθανάσιος τον μεγάλο και υψηλό βαθμό της ιερωσύνης συναισθάνθηκε το μεγάλο βάρος που θα κουβαλά στους ώμους του ενώπιον θεού και ανθρώπων.Έτσι όταν έφθασε στην αρχιεπισκοπή και στο ποιμνιό του που τον εμπιστεύθηκε σφόδρα,ο Αθανάσιος έγραψε πρώτος στην καρδιά του το''(Χριστός υπέρ ημών έπαθεν, ημίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν αυτού), έτι δε, (ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτου αυτού), προς δε τούτοις και εν τη μνήμη αυτού έχων πάντοτε το, (ο ποιήσας και διδάξας ούτος μέγας κληθήσεται), προσέθηκεν αρετάς επί τας αρετάς και πόνους επί των πόνων.Βλέποντας δηλαδή ότι, οι Ενετοί τότε με πλάγια μέσα επεβουλεύοντο τη θρησκεία, προσπαθώντας να φέρουν στην λατινική γλώσσα τους υπηκόους τους, υποστηρίζοντας κατ'ουσίαν την αμάθεια και την απαγόρευση της ελληνικής γλώσσας με τα ιερά γράμματα, πράγμα το οποίο ούτε και αυτοί οι άγριοι Τούρκοι δεν έπραξαν στα δύσκολα εκείνα χρόνια,έστρεψε λοιπόν ο Αθανάσιος την προσοχή του στα ιερά γράμματα με ταυτόχρονη ανέγερση σχολείων σε όλη την επαρχία του.Με αυτό τον τρόπο δίδασκε και με λόγια και με πράξη τους χριστιανούς να μένουν σταθεροί και ακλόνητοι στην πίστη τους την οποίαν στερέωσαν και το αίμα των δεκατεσσάρων εκατομμυρίων μαρτύρων που αντιστάθηκαν στους διωγμούς και στην αθεία δεκαοχτώ ολόκληρους αιώνες που προηγήθηκαν. Παρεκινούσε όπως ήταν επόμενο τους γονείς να στέλνουν τα παιδιά στα σχολεία και να μαθαίνουν τα ιερά γράμματα και προνοούσε για τις δαπάνες που βεβαίως θα χρειαζόταν. Με την διδασκαλία του και την συνδρομή του ανεγέρθησαν και πολλοί ναοί εκ των οποίων ένας είναι σε καλή κατάσταση και σήμερα στην Καρύταινα αφιερωμένος στο όνομα της Θεοτόκου.
Ακόμα έδινε πλουσιοπάροχα σε αυτούς που πεινούσαν τα πάντα που είχαν ανάγκη αφού τα συνάθροιζε από τις προσφορές των πιστών.πάντρευε κορίτσια ορφανά έντυνε γυμνούς και άπορους,παρηγορούσε τους θλιβομένους,Επανέφερε σε τάξη τους πλανεμένους και σκληρούς ανθρώπους και το σπουδαιότερο έφερεν αυτούς και πολλούς άλλους σε πλήρη μετάνοια. Η τροφή του αγίου ήταν λιτή όμοια με των παλαιών αγίων ιεραρχών αρκούταν απολύτως μόνο με τα αναγκαία.
ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΣΗΜΕΙΑ

 Έχει αξία να αναφέρουμε την διήγηση θαυμαστών σημείων από την ζωή του που μαρτυρούν την αγιότητα στην συνείδηση των πιστών.Βεβαίως υπάρχουν πολλοί ανθρωποι ευσεβείς και μη, που ακούν ή διαβάζουν τους βίους και τα μαρτυρολόγια των αγίων και τους έρχονται δύσπιστοι λογισμοί ,πως τάχα για παράδειγμα μπόρεσαν να αντισταθούν σε τέτοια μαρτύρια.Αναρρωτιούνται να είναι αληθινά αυτά ή είναι υπερβολές και αποτελέσματα μιας υπέρμετρης θεοβλαβείας.Αλλά δεν έχουν δίκιο.Εδώ έχουμε πρόσφατους άγιους με αυτόπτεις μάρτυρες που είδαν τα θαυμαστά τους και βεβαίως ζουν ακόμα .Ο άγιος Νεκτάριος είναι απτό παράδειγμα.Οι άγιοι ήταν άνθρωποι φίλοι του θεού που μιμήθηκαν τα ίχνη του Ιησού και τις εντολές Του.Τον ακολούθησαν και δι' αυτό αναβλύζουν χάρη και ευωδία ανά τους αιώνες.Σε τελική ανάλυση η πίστη του Ιησού δεν εθριάμβευσε με λόγια και ανθρώπινα επινοήματα,αλλά με ζωντανά σημεία και θαύματα.Όταν ο Κύριος απέστειλε τους αποστόλους του να κηρύξουν το ευαγγέλιο σε όλη την οικουμένη είπε ότι σ'αυτούς που θα πιστέψουν θα τους δοθούν σημεία.''(Σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι, γλώσσαις λαλήσουσι κεναίς, όφεις αρούσι καν θανάσιμόν τι πίωσι ου μη βλάψη αυτούς επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι και καλώς έξουσιν)).Στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιον, λέγει ο Ιησούς (Αμήν λέγω υμίν, ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα α εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει και μείζονα τούτων ποιήσει). (Ίω.κεφ 14,στίχ 7). έτσι λοιπόν ας διηγηθούμε πρώτα όσα έπραξε ο άγιος πριν την κοιμησή του και έχει διασώσει η παράδοση,και κατόπιν αυτά που έπραξε μετά την κοιμησή του.
Από την παράδοση αναφέρεται ότι ενώ ο Άγιος ιερουργούσε, πολλές φορές την στιγμή που εξέρχετο της ωραίας του ιερού πύλης για να εκφωνήσει το ''(Κύριε, Κύριε επίβλεψον εξ ουρανού....), οι καθαροί στη καρδιά όπως τα παιδάκια και οποοσδήποτε ενάρετοι Χριστιανοί έβλεπαν μπροστά εις το στόμα του ένα φεγγοβόλο και λαμπρό αστέρι. Κάποιοι που είχαν ή δεν είχαν την διάκριση να του το πουν του ιδίου αυτό που είδαν ,αμέσως ο άγιος τους έλεγε ότι αυταπατώνται.Τους το δικαιολογούσε μάλιστα ως κάποια αντανάκλαση φωτός ένεκα των πολλών φώτων που υπήρχαν μέσα στο ναό.Αν κάποιος ωστόσο επέμενε ο άγιος τον επετιμούσε δριμύτατα και τον παρακαλούσει να μην το πει σε κανένα.
στη Χριστιανούπολη υπήρχε ένας οικογενειάρχης Χρήστος στο όνομα που ήταν έμπορος, θεοσεβής και γνώριμος του Αγίου. ο γιος του ο παντελής για επαγγελματική δουλειά είχε αναχωρήσει με δύο άλογα για την πάτρα. Άλλά στον δρόμο τον συνέλαβαν κάποιοι ληστές και αφού σκότωσαν τα άλογά του πρώτα ύστερα έδεσαν τον ίδιο αιχμάλωτο και τον οδήγησαν σε ψηλά βουνά παραγγείλοντος όμως δια μέσω ενός διαβάτη που τους είδε να παραγγείλει στους γονείς του ότι εντός δύο εβδομάδων δεν τους στείλουν αρκετά χρήματα θα τον σκοτώσουν έτσι όπως είναι δεμένος.ο δυστυχής πατέρας του δεν είχε τα απαιτούμενα χρήματα που ζητούσαν οι απαγωγείς και ήλθε σε απελπισία.Θρήνος και κλαυθμός έπεσε στο σπίτι.Προστρέχει να παρηγορηθεί στον άγιο διηγώντας του τα συμβάντα.ο άγιος τον συμπόνεσε και πρόστρεξε εις την εξ ύψους βοήθεια κάνοντας υπέρ αυτού παρακλήσεις. Την δέκάτη τετάρτη ημέρα λοιπόν το σούρουπο όταν οι ληστές με ποτά που κουβαλούσαν μαζί τους μέθυσαν και διαμήνυσαν με τρόπο απαίσιο και αυστηρό στον παντελή ότι αυτές τις τελευταίες ώρες αν ο πατέρας του δεν φέρει τα χρήματα θα στείλουν αυτοί στον πατέρα του την κεφαλή του.Όπως ήταν επόμενο φρίκη και ρίγος κατέλαβε αμέσως τον σιδεροδέσμιο Παντελή.Αυτοί από το μεθύσι τους έπεσαν σε ύπνο βαθύ.Κατά τα μεσάνυχτα βλέπει στον ύπνο του ο Παντελής τον Αρχιερέα,να του λέγει.'' Σήκω, παιδί μου και φύγε γρήγορα, διότι οι γονείς σου θρηνούν απαρηγόρητα!'' Όταν ξύπνησε ο δυστυχής Παντελής βρήκε τον εαυτό του λυμένον από τα δεσμά. Και σηκώνοντας διεσκέλισε τους ληστές και έφυγε τρέχοντας. Αλλά την δεκάτη πέμπτη ημέρα ο πατέρας του Χρήστος, με την μητέρα του και τα αδέλφια του πήγαν εις την οικία του Αρχιερέως καταστενοχωρημένοι και μαρασμένοι διότι περίμεναν το μοιραίο εφ'όσον ο χρόνος εξέπνευσε. Τότε ο Άγιος, μπροστά και σε άλλους ανθρώπους συγκινημένος τους είπε. Ησύχασε Χρήστο και αύριο την εσπέρα ο Παντελής έρχεται. Ω των ισχυρών του Αθανασίου δεήσεων! Ο Παντελής πράγματι ήλθε και με δάκρυα βρέχει τα πόδια του αγίου διηγώντας παράλληλα την αποκάλυψη που είχε.Έτσι λοιπόν φανερό είναι ότι και όταν ζούσε ο Άγιος είχε λάβει παρά θεού το χάρισμα της προοράσεως και ότι ο θεός εισάκουσε τις δεήσεις του.(θέλημα των φοβουμένων αυτόν ποιήσει και της δεήσεως αυτών εισακούσεται)). (Ψαλμ. 144).
Κάποτε που περιόδευε στην επαρχία του ο άγιος έφθασε στη Μεγαλόπολη. Εκεί ήταν ο Ναός της Μεταμορφώσεως όπου γύρω του υπήρχε μια αρκετά μεγάλη λίμνη που είχε πολυάριθμα βατράχια. Μετά τον εσπερινό ο άγιος έμεινε μαζί με τον διάκονό του εκεί για διανυκτέρευση καθόσον το συνήθιζε καλοκαίρι για χάρη της ησυχίας που πάρα πολύ αγαπούσε.Αλλά την νύχτα οι βάτραχοι εκόαζαν συνέχεια και βέβαια θόρυβο πολύ προξενούσαν.Ο άγιος δεν μπόρεσε να κοιμηθεί όπως ήθελε παρά λίγες μόνο στιγμές.Την άλλη μέρα μετά τη θεία Λειτουργία, όταν οι Ιερείς και οι λοιποί ρώτησαν τον Άγιο πως πέρασε η νύκτα στην ύπαιθρο, ο Άγιος αποκρίθηκε. Τι να σας πω, τέκνα μου. Αυτά τα βατράχια κακό χρόνο νάχουν έκαναν τόσο θόρυβο απόψε, ώστε σχεδόν δεν κοιμήθηκα. Μετά δε τον λόγον αυτό οι βάτραχοι έπαυσαν και έμειναν «άφωνοι. Αλλά τότε κανείς απ'αυτούς που παρεβρίσκονταν στην κουβέντα δεν έδωσε προσοχή καθόσον οι βάτραχοι δεν κοάζουν την μέρα παρά μόνο την νύχτα. Το εκπληκτικό βέβαια είναι ότι έκτοτε ποτέ πλέον δεν είχανε κοάσματα από βατράχια στην λίμνη είτε μέρα ήταν είτε νύχτα. Νεκρική σιγή στην λίμνη.Στους κατοίκους προξένησε μεγάλη απορία και έκπληξη αυτό το γεγονός. Μετά από δυο χρόνια όταν ο άγιος ξαναπήγε σε εκείνο το μέρος το βράδυ δεν άκουσε φωνή βατράχου.Από περιέργεια ρώτησε ένα Ιερέα να του πει τι έγινε εκείνο το πλήθος των βατράχων που ακουγόνταν με τις φωνές του μέσα από την λίμνη.Ο ιερέας αμέσως του είπε.Δέσποτα, από την ημέρα που είπατε, κακό χρόνον νάχουν που δεν σας άφησαν να κοιμηθήτε, ουδέποτε πλέον ακούσθησαν. Τότε ο Άγιος, υπομειδιόμενος είπε. Και με άκουσαν τα ευλογημένα; Μόλις τελείωσε τη λέξη και ώ του θαύματος! αυτά άρχιζαν να κοάζουν, και μέγαλο θόρυβο προξενούσαν,όπως παλιά.
όταν ζούσε ο άγιος τα τελευταία του χρόνια μια γυναίκα από το χωριό Σουλιμά ήταν μάγισσα με αποτέλεσμα να πλανά πολλές ψυχές και να τις παραδίνει στον σατανά.όταν το έμαθε ο άγιος την προσκάλεσε και αυστηρά βεβαίως τις είπε να εξομολογηθεί να υποστεί κανόνα ένεκα των αμαρτιών της ειδεμή θα τεθεί εκτός της εκκλησίας.η γυναίκα που κατάλαβε το μ΄έγα λάθος της συνήλθε και κατανυγείσα είπε στον αρχιερέα ότι μετανοιώνει και9 επιθυμεί να την ξομολογήσει ο ίδιος.ο Αγιος,άδραξε την ευκαιρία γιατί ήθελε να σωθεί η γυναίκα και την εξομολόγησε την παρηγόρησε και της επέβαλε κανόνα να τηρήσει ανάλογα των αμαρτιών της και σύμφωνα και με τους αποστολικούς κανόνες. παράγγειλε σε αυτή όταν τελειώσει ο κανόνας να επανέλθει όπως την συγχωρήσει και της δώσει άδεια για να μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων του Κυρίου. Αλλά εν τω μεταξύ,μαθαίνει ότι ο δεσπότης εκείνο το καιρό αρρωσταίνει βαρειά και πρόκειται να πεθάνει.Τρέχει λοιπόν στο δρόμο και κάμποσα χιλιόμετρα η γυναίκα για την Χριστιανούπολη. για να προφτάσει .δεν τα κατάφερε όμως.όταν είχε φτάσει ήταν αργά διότι ο άγιος είχε κοιμηθεί. και μάλιστα ήταν η στιγμή που εφερόταν στον τάφο για να κηδευτεί.διασχίσας το πλήθος αυτή η γυναίκα με ορμή πέφτει πρηνηδόν επί του ιερού λειψάνου και γοερώς θρηνούσε. Τότε αυτοί που βάστάζαν το ιερό Λείψανο σταμάτησαν. η γυναίκα άρχιζε να μονολογεί.''Ω δυστυχία μου, τι να γίνω η ταλαίπωρος; Διατί, Άγιε του θεού, με άφησες την δυστυχή ασυγχώρητον; Πως να ζήσω του λοιπού υπό τον δεσμόν της αράς; Ελέησόν με Άγιε και της αράς με απάλλαξον.'' αυτά με δάκρυα έλεγε η γυναίκα εκείνη. Ο Άγιος, παρευθύς, ώ της μεγάλης σου προς θεόν παρρησίας Αθανάσιε ! Ύψωσε το χέρι του σε σχήμα ευλογίας ευλόγησε αυτή ως να ήταν ζωντανός. Τούτο το θαυμαστό το είδε ο λαός, εξεπλάγησε,και εβόησε. Κύριε ελέησον!
Όταν το 1834 η αντιβασιλεία Όθωνα διέλυσε τις περισσότερες του Κράτους Μονές, μεταξύ των άλλων συμπεριελήφθηκε και η Μονή του Προδρόμου στην Γορτυνία. Κατά συνέπεια, ο τότε διοικητής έπαρχος Π. Νέγκας διέταξε δύο υπαλλήλους για να μεταβούν στη Μονή,και να μεταφέρουν στη Δημητσάνα την κινητή περιουσία της μονής.Οι ιεροκάπηλοι όταν είχαν έλθει στη μονή τα είχαν ανακατώσει όλα και άρπαξαν μεταξύ άλλων τα ιερά Σκεύη και τα ιερά του Αγίου Λείψανα, το κιβώτιο που περιείχε το μεγαλύτερο μέρος του αγίου Λειψάνου και την Κάρα, εμπεριεχομένη εις στο ιδιαίτερο αργυρούν κιβώτιο. Και έβαλαν αυτά μέσα σε βρώμικα σακκιά τα στοίβασαν και τα μετέφεραν στο επαρχείο όπου, τα μεν κιβώτια τα άφησαν στο υπόγειο και τους σάκκους τους άφησαν πάνω στις σανίδες του δωματίου. Φρίκη αληθινή κατελάμβανε κάθε ευσυνείδητο,να βλέπει ένθεν μεν το Αγιον Ποτήριον, ένθεν δε την Λαβίδα, τον Σπόγγο, τον Δίσκο, την Λόγχην κατά γης ριγμένα, σαν να ήσαν άχρηστα της αγοράς ψώνια!.Όταν όμως ήρθε η νύχτα γύρω στις 12 , κρότος φρικτός από τα κιβώτια ακούσθηκε σαν να ξεριζώθηκε μεγάλο δένδρο,και από τον κρότο αυτό άρχισε να δονείται το σπίτι με αποτέλεσμα ο έπαρχος να νομίσει ότι πρόκειται για σαν σεισμό.Λίγο μετά δεύτερος κρότος σφοδρότερος του πρώτου άρχισε πάλι να ακούγεται και ο έπαρχος φοβισμένος για καλά πια σηκώνεται ημίιγυμνος να δει τι συμβαίνει.Αμήχανος έτσι όπως ήταν και μη γνωρίζοντας που να πάει πορεύθηκε στη παρακείμενη οικία όπου κατοικούσε ο τότε διοικών την επισκοπή Γορτυνίας Ιγνάτιος, πρώην Επίσκοπος Αρδαμερίων, ο οποίος γνώριζε για τον άγιο από αυτά που του είχε πει μακαρίου Ιωσήφ, Επισκόπου Ανδρούσης.
Χτύπησε την πόρτα και εισήλθε έντρομος και λέγει. Φοβερό πράγμα, Δεσπότη μου, συμβαίνει στο σπίτι μου.Κρότος μεγάλος και φοβερός ακούστηκε δυο φορές στο υπόγειο και μαζί με το κρότο, σεισμός, ώστε παρ' ολίγο να πέσουν και οι τοίχοι. Περίεργο, απαντά ο Αρχιερέας. Εγώ σεισμό δεν άκουσα. Σηκώνει τότε αμέσως τον Διάκονο και τον ρωτά αν αισθάνθηκε αυτός σεισμό. Αλλά και αυτός είπε όχι. Τι συμπεραίνετε λοιπόν, κύριε Νέγκα; Σήμερα είπε εκείνος, έφεραν από το Μοναστήρι δύο σάκκους με μερικά πράγματα από την Μονή του Προδρόμου και εξ αυτών είναι δύο κιβώτια, ένα μεγάλο ξύλινο και ένα μικρό αργυρούν. Είπαν οι απεσταλμένοι, ότι περιέχουν Λείψανα. Τότε ο Επίσκοπος ανέκραξε. Μήπως έφεραν εδώ τα Λείψανα του Αγίου Χριστιανουπόλεως; Εις το άκουσμα των λέξεων τούτων ο έπαρχος έμεινε άναυδος. Αμέσως ο Αρχιερεύς,ντύθηκε και έσπευσε στο επαρχείο και κατέβηκε τότε εις το ύπόγειο, είδε τα Λείψανα του Αγίου, τα οποία και πρωτύτερα γνώριζε διότι τα είχε επισκεφθεί εις την Μονή. Πικρά επίπληξε τον έπαρχο για την ασέβεια αυτή και πήρε τα λείψανα και τα μετέφερε ο ίδιος στον οίκο του. Ο έπαρχος ορκιζόταν σε θεό και ανθρώπους, ότι η μεταφορά του αγίου Λειψάνου έγινε χωρίς να το γνωρίζει.Το ίδιο βράδυ ο Αρχιερεύς, δια μεσω του υπηρέτου, προσεκάλεσε τους πατέρας της Μονής Αιμυαλών, να έρθουν πρωί και να λάβουν τα ιερά Λείψανα και να τα μεταφέρουν στη δικιά τους μονή Αιμυαλών.Όταν αργότερα αποκαταστάθηκε η μονή Προδρόμου μετακόμισε και πάλι το ιερό Λείψανο στον οικείο τόπο,εκτός της κάτω σιαγόνας, την οποία κράτησαν εις την Μονή των Αιμυαλών. Για το θαύμα αυτό αυτόπτες μεν ήταν ο τότε έπαρχος Π. Νέγκας, ο Ιγνάτιος, Επίσκοπος Αρδαμερίων, και ο έμπορος από τον Πειραιά Νικόλαος Κυδωνάκης,που ήταν και γραμματέας του τότε οικονομικού Επιτρόπου,ακόμα ο εκ Τριπόλεως Αθανάσιος Συνανιώτης, πρωτοκόλλητής του τότε επαρχείου, ο Ιωσήφ Άνδρούσης, έπειτα ο Αρδαμερίων και βέβαια ο Π. Νέγκας που είπαμε και πιο πάνω ο οποίος διηγήθηκε αυτό και στο Ναύπλιο όταν έγινε αργότερα συνοδικός.Από τους αυτόπτες άκουσε αυτά και ο Ηγούμενος της Μονής Αγάπιος Οικονόμου, ο Ιωάννης Κυριάκος δάσκαλος και ο εκ Στεμνίτσης ευλαβής Ιερέας Ιωάννης ο Σακελλάριος. Μετά διεδόθηκε ανά πάσα την επαρχία το θαύμα τούτο, το οποίο και μέχρι σήμερα διηγούνται οι γέροντες.
Tο όντως εκπληκτικό είναι και εκείνο το οποίο μέχρι σήμερα ενεργείται από το Ίερό Λείψανο του αγίου. Όσες φορές μέλλει να συμβεί θεομηνία με συνέπεια να καταστρέψει τα κτήματα της Μονής ή και όλης της επαρχίας ή καταδρομή ή συμφορά κατά του Έθνους ή νόσος επιδημητική η λάρνακα η αγία που περιέχει το άγιο λείψανο εκπέμπει τριγμό πότε μεν ελαφρό, πότε δε σφοδρό, αναλόγως του μεγέθους της επερχόμενης συμφοράς, ώστε, εκ τούτου του σημείου και κάποιος που δεν γνωρίζει ότι εν τω Ιερώ Βήματι κείται το Ιερό Λείψανο, εάν τυχόν ακούσει τον τριγμό τούτο, ευθύς καταλαμβάνεται από φρίκη και τρόμο ανεξήγητο. Τέτοιο φοβερό ήχον τριγμού έφερε, όταν κατά το 1769 η μονή έμελλε να πολιορκηθεί από των Αλβανών,άνθρωποι που ήταν εκεί γλίτωσαν από θαύμα.Τέτοιο τριγμόν εξέπεμψε συχνότατα ένα έτος πριν να εγερθεί η Ελληνική Επανάσταση. Ακόμα τέτοιος τριγμός ακούσθηκε από τους πατέρας της μονής πριν την διάλυση των Μονών. Αλλά και τριγμός ακούσθηκε το 1849, όταν σφοδρότατη πλημμύρα κατέστρεψε τα κτήματα της Μονής και πολλοί άνθρωποι και ζώα κατεπνίγησαν.Τέτοιος τριγμός ακούεται, πλην ελαφρός, όταν πλησιάζει το τέλος της ζωής των πατέρων ή ακόμα όταν από παραμέληση έχει ξεχαστεί να αναφτεί η άψις της φωταγωγού του Αγίου Άρτου κανδήλας,
Το Λείψανο του Αγίου, έφερε όταν ήρθε στη Χριστιανούπολη ο εξ αγχιστείας συγγενής του Αγίου Αθανάσιος Κουλάς. Όταν άνοιξε τον τάφο,βρήκε το σώμα σε ημιλελυμένη κατάσταση και να εκπέμπει μια άρρητη ευωδία. Στην Καρύταινα μετέφεραν το σκήνωμα εις την Μονή του Προδρόμου ως ευλογία για το απόρθητο της Μονής και διότι η θεία Πρόνοια ευδόκησε. Πολλά λέγονται για την μεταφορά του Λειψάνου εμφανισθέντα σημεία,όπως το ελεύθερο γαιδουράκι που κινούνταν χωρίς οδηγό παρακολουθόμενο διακριτικώς από απόσταση και το οποίο κουβαλούσε στην πλάτη του τα λείψανα του αγίου.Το ξεκίνησαν από σταυροδρόμι με την ελπίδα ότι ο άγιος θα το οδηγήσει για το μέρος που θα σταματήσει. Μέρος που θα είναι και η επιθυμία του αγίου.Λέγεται ότι σταμάτησε έξω από την πύλη της μονής Προδρόμου και έκτοτε τα άγια λείψανα μένουν εκεί .Σήμερα υπάρχει παρακείμενος ναός της μονής που τιμάται στο όνομά του αγίου και όπου φυλάσσονται τα ιερά λείψανα.Βεβαίως τεμάχια λειψάνου έχουν δοθεί και σε άλλους ναούς ως ευλογία με εξέχουσα θέση στον μητροπολιτικό ναό της μητροπόλεως Τριφυλίας Ολυμπίας στην Κυπαρισσία όπου πανηγυρίζει στις 17 Μαίου εορτή του αγίου Ο άγιος κοιμήθηκε το έτος1832 το πιο πιθανόν καθόσον υπάρχει και κάποια αμφισβήτηση όσον αναφορά την ακριβέστερη ημερομηνία.
Η μνήμη του τιμάται στις 17 Μαιου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ

Ήχος α΄ της ερήμου πολίτης
Της Κερκύρας τον γόνον,Τριφυλίας το καύχημα Χριστιανουπόλεως όντος,τον ποιμένα τον Όσιον τον θείον Αθανάσιο πιστοί τιμήσωμεν εν ύμνοις ιεροίς αθανάτων γαρ χαρίτων τας δωρεάς παρέχει τοις κραυγάζουσι.Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ. Δόξα τω σε θαυμαστώσαντι.Δόξα τω ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα.
ΚΟΝΤΑΚΙΟ

Ήχος δ' Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ.
Ο δοξασθείς παρά θεού θαυμασίως, δι ευωδίας και θαυμάτων ποικίλων, εν τοις εσχάτοις χρόνοις Αθανάσιε, φάνηθι ταχύτατος, και θερμός αντιλήπτωρ, των δεινών λυτρούμενος τους πιστώς σε τιμώντας και τους τα λείψανα κατέχοντας τα σα, προς μετανοίας, οδόν χειραγώγησον.
ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟ

Χριστιανουπόλεως ιερός ποιμενάρχης ώφθης Αθανάσιε αληθώς,και καλώς ποιμάνας.την λογικήν σου ποίμνη της αθανάτου δόξης,χαίρων ηξίωσαι.


Author Name

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Από το Blogger.